Γράφει η Ελένη Χριστοφοράτου
«Ας μιλήσουμε ανοιχτά» είναι ο τίτλος της πρώτης ποιητικής συλλογής της Μέμης Αναστασοπούλου. Γι’ αυτό κι εγώ θα μιλήσω ανοιχτά και καθαρά στην κριτική μου. Οι πρώτες σκέψεις που μου ήρθαν στο μυαλό από την πρώτη μου επαφή με την εν λόγω ποίηση, ήταν ορισμένες σκόρπιες φράσεις: γνήσια ποιητική φωνή, φλέβα όπου ρέει αβίαστα ο ποιητικός λόγος, ουδεμία σχέση με κάτι τετριμμένο…
Τα ποιήματα του ξεχωριστού αυτού έργου διαθέτουν μια ιδιαίτερη εσωτερική δύναμη σαν «μια μπάντα που παίζει με όλες τις ανάσες». Καμία λέξη ή στίχος δεν περιττεύει. Τα πάντα είναι τοποθετημένα στη θέση που τους πρέπει, συνθέτοντας ένα σύνολο από αρμονία και χάρη, χωρίς καμία επιτήδευση ή γλωσσικά ταμπού.
Στο ποιητικό σύμπαν της Μέμης Αναστασοπούλου οι αφηρημένες έννοιες έχουν χρώματα («η σιωπή έχει το μπλε για χρώμα»), οργιάζουν οι μεταφορές («σφίγγω τον χρόνο στις παλάμες» / «τον θάνατο καρφώνω στο κατώφλι»), ενώ δεν λείπουν και τα σουρεαλιστικά στοιχεία («στα κλαδιά κρεμάστηκαν τα παραμύθια», «Αργά όπως στρέφω το άδειο μου κεφάλι, κόβεται»).
Ένα απ’ τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά της, η μοναξιά. Αλλού διάχυτη, αλλού υποβόσκουσα («μια άδεια κρεμάστρα κάνει κούνια στη ντουλάπα»). Και πλάι στη μοναξιά, η απώλεια, ο θάνατος που παραμονεύει στις σκιές («βάλαμε τα νομίσματα στα μάτια» / «η ποίησή μου κουκουβάγια στα μνήματα»).
Η Μέμη γράφει, μετουσιώνει σε στίχους βιώματα και μύχιες σκέψεις, ερμηνεύει, καθώς είναι πρωτίστως ηθοποιός. Δεν νομίζω ότι βρίσκονται πάντοτε οι κατάλληλες φράσεις να αποδώσουν το «είναι» ενός λογοτέχνη ή ενός καλλιτέχνη. Το σίγουρο είναι πως όποιος την παρακολουθεί επί σκηνής ή τη διαβάζει, ταξιδεύει…
Ας μιλήσουμε, λοιπόν, ανοιχτά. Εκδόσεις: Little Island.