Τα βράδια με πανσέληνο γίνομαι αόρατη
Ανοίγω τα φτερά μου και αφουγκράζομαι
Την αγάπη που χάθηκε, την ελπίδα που λαβώθηκε
τη μοναξιά του ναυτικού σ’ άγνωστες θάλασσες
στην παραζάλη των κυμάτων χορεύει με τους γλάρους
ψηλά στο κατάρτι χαιρετά τον Σείριο
η φωτογραφία του παιδιού του καρφωμένη στο στήθος του
οσμίζεται ιώδιο
το νερό βρέχει την καρδιά του παιδιού
κι αυτός ακουμπά την ανάσα της δικής του καρδιάς πάνω της
ακούει το σφυγμό της, μυρίζει την προσμονή του
και κλαίει κρυφά τ’ απομεσήμερο
για τον ήρωα που σκοτώθηκε μ’ αγκαλιά το όνειρο
για τα δάκρυα που στέγνωσαν στα μάγουλα των ερωτευμένων
για το φεγγάρι που ασήμωσε τις πλεξούδες της κόρης
φτερουγίζει πάνω σ’ ένα ποτάμι
λαβωμένος απ’ τη μνήμη της απώλειας.
Μπράβο σας!
Μπράβο!
Όμορφα συγκινητικό. Καλή επιτυχία!