Δεν ξημερώνει μέρα που να μην χαθώ
στα πάνδεινα και τις πληγές του κόσμου.
Κι ας έμαθα να ζω αλλιώς μες των βροντών τον χαλασμό,
όλο χαρά ο ήλιος με πηγαίνει αλλού,
σε ουτοπίες και άγραφα βιβλία.
Μα σαν νερό, που σβήνει τις φωτιές
χάνω κι εγώ την θέα.
Κρίμα είναι μάλλον να μην βλέπεις τις φωτιές…
να μην κοιτάς τα μάτια που ελπίδες σου γεννούν.
Μονάχα μένεις σε γκρεμούς που τσακίζουν
και σου στερούν τον ήλιο…
Κι εσύ αμέριμνα γλεντάς με όνειρα χαμένα,
που σαν λαλιές αφήνουν την ηχώ τους και φοβίζουν.
Κι εγώ επίγνωση δεν έχω του σωστού…
γιατί οι σκιές κι ας θέλουν να σταθούν δεν θα παλέψουν
μα σαν αέρας θα κρυφτούν, θα φύγουν
και κάπως έτσι όλα θα χαθούν,
σαν ένα άπιαστο εγώ,
σαν μια ελεύθερη ψυχή.
Φαίη Λυκοκάπη
Μπράβο σου, καλή μου! Πολύ ωραίο!