Η Ντέμπορα μένει μόνη με έναν νεκρό. Ο τρόμος έχει στραγγίξει το αίμα από το πρόσωπό της. Το θέαμα του γυμνού, άψυχου σώματος της γυρνάει τα έντερα. Η μυρωδιά του θανάτου την σπρώχνει να βάλει αμέσως τα ρούχα της και να φύγει μακριά, πριν ξεράσει. Και κυρίως, πριν την συλλάβουν. Δεν μπορεί να πιστέψει ότι η πρώτη της μέρα στον οίκο ανοχής είχε τέτοια κατάληξη. Η καρδιά του γερασμένου άντρα δεν άντεξε τα μπλε χαπάκια. Δεν έπρεπε να του δώσει δύο μαζί. Χα! Και φαίνεται τόσο γελοίος με αυτή τη στολή του νάνου. Μα να τη βάλει ντε και καλά να παραστήσει τη Χιονάτη για να τον ανάψει; Τώρα, όμως, δεν έχει χρόνο για γέλια. Πρέπει να φύγει, όσο προλαβαίνει.
Βγαίνει σαστισμένη από το σπίτι. Πρέπει να βρει ένα μέρος να περάσει αυτήν την κρύα νύχτα του Φλεβάρη. Και το κυριότερο, να κρυφτεί. Με τα λιγοστά της πράγματα στον ώμο και τα ελάχιστα χρήματα που της πρόσφερε η τσατσά, μπαίνει σε ένα ταξί. Την αφήνει σε ένα απόμερο πανδοχείο μέσα στο δάσος.
Το ετοιμόρροπο κτίριο στέκει τρομακτικό στην άγρια ομορφιά του τοπίου της Κορνουάλης. Δείχνει σαν αποθήκη, ερειπωμένο και μικρό. Λίγα αυτοκίνητα είναι παρκαρισμένα απ’ έξω. Το λευκό της δέρμα τεντώνεται από έναν αδιόρατο φόβο. Πλησιάζει στην είσοδο. Παίρνει μια βαθιά ανάσα και χτυπάει την πόρτα. Δεν έχει χρόνο, ούτε τα χρήματα για να ψάξει κάτι καλύτερο. Είναι μακρινό και απομονωμένο όσο χρειάζεται. Την υποδέχεται ένας νεαρός άντρας με ένα μπουκάλι κρασί στο χέρι.
Η κοπέλα μπαίνει στο πανδοχείο. Κοιτάζει γύρω της τις μάσκες και τις σερπαντίνες. Ο άντρας της λέει μισομεθυσμένος ότι υπάρχει δωμάτιο και την προσκαλεί στο μπαρ. Μια μεγάλη παρέα έχει στήσει αποκριάτικο γλέντι. Άντρες ντυμένοι μασκαράδες, τυλιγμένοι με κουδούνια και τεράστια καπέλα βαράνε ταμπούρλα και δίνουν το ρυθμό. Πίνουν και χορεύουν, τραγουδώντας σατυρικά και άσεμνα. Ένας κοιλαράς σηκώνεται και την τραβάει. Την βάζει να καθίσει ανάμεσά τους και της γεμίζει ένα ποτήρι με κρασί.
Της μιλάει για το θρύλο με το φάντασμα του πανδοχείου. Πολλά χρόνια πριν, ένας ξένος, κάθισε στο μπαρ αυτό για να απολαύσει το ουίσκι του. Ακούγοντας μια φωνή απ’ έξω, άφησε μισοτελειωμένο το ποτό του κι έφυγε. Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που τον είδαν ζωντανό. Το πτώμα βρέθηκε το επόμενο πρωί.
Το νεαρό κορίτσι δεν δίνει σημασία στις ασυναρτησίες του μεθύστακα. Αρχίζει να πίνει με τους άντρες. Είναι ένας τρόπος να αποφορτιστεί, η καρδιά της δεν σταμάτησε τα ποδοβολητά. Τα χέρια της είναι ιδρωμένα και το μυαλό θολό. Ένας άνθρωπος έμεινε νεκρός στα χέρια της. Αν τη συλλάβουν, τι θα κάνει; Έχει ανάγκη από λίγο αλκοόλ για να ηρεμήσει. Το κρασί κυλάει ευεργετικά στις φλέβες της και τη φέρνει σε μια γλυκιά ευφορία. Γίνεται ένα με την αλλόκοτη παρέα. Τραγουδάει και χοροπηδάει μαζί τους. Χωρίς να το καταλάβει, έχει πιει πάνω από ένα μπουκάλι. Ξαφνικά, αρπάζει μια μάσκα που κρέμεται στον τοίχο, τη φοράει πρόχειρα και γονατίζει μπροστά σε έναν από την παρέα.
«Σε θέλω τώρα» του λέει. Του ξεκουμπώνει το παντελόνι και βάζει το χέρι της μέσα από το εσώρουχο. Παίρνει τον πούτσο του στο στόμα της κι αρχίζει να τον ρουφάει. Τον γλείφει και τον παίζει ταυτόχρονα και με τις δύο παλάμες της. Αυτός βογκάει εκστασιασμένος. Όλοι κοιτούν αποσβολωμένοι. Ο άντρας δεν αντέχει για πολύ. Χύνει μέσα στο στόμα της. Η κοπέλα, ικανοποιημένη, ξανασηκώνεται πιο κεφάτη. Λέει στον Όλιβερ, τον ιδιοκτήτη, να βάλει πιο δυνατά τη μουσική και τον τραβάει κοντά της.
Ξαναμμένη χορεύει μαζί του και πίνει άφθονο κρασί. Λικνίζεται ζαλισμένη στους ρυθμούς της λάτιν μουσικής. Οι άντρες χειροκροτούν. Ο ιδιοκτήτης βρίσκει ευκαιρία να τη χουφτώσει. Ανυπομονεί να βάλει και το δικό του όργανο στο στόμα της. Σε μια στιγμή, γυρίζουν όλα γύρω της. Ένα μαύρο πέπλο πέφτει μπροστά στα μάτια της. Το κεφάλι της βαραίνει. Δεν μπορεί να κρατήσει άλλο την ισορροπία της.
Η Ντέμπορα λιωμένη από το μεθύσι σωριάζεται στο πάτωμα. Όλοι μαζεύονται γύρω της. Τη χτυπάνε στα μάγουλα, της ρίχνουν νερό στο πρόσωπο. Ο Όλιβερ τους απομακρύνει. Της φτιάχνει έναν σκέτο καφέ για να ξεμεθύσει. Τη σηκώνει όρθια και καταφέρνει να τη συνεφέρει. Της λέει να πάνε μια βόλτα στο δάσος, για να πάρει αέρα.
Η κοπέλα νιώθει την ανάγκη να μιλήσει. Δέχεται να τον ακολουθήσει. Νιώθει σουβλιές στο κεφάλι. Ξαναθυμάται τι συνέβη στο σπίτι. Ο φόβος της πλακώνει την ψυχή. Θέλει να ανοίξει την καρδιά της στον νεαρό άντρα. Του τα εκμυστηρεύεται όλα. Εκείνος την παίρνει αγκαλιά. Ξαπλώνουν κάτω από ένα δέντρο. Το κορίτσι ξεσπάει σε λυγμούς από τη συσσωρευμένη ένταση. Αυτός εκμεταλλεύεται την κατάσταση. Τώρα που είναι ευάλωτη, είναι η ευκαιρία του να της ορμήσει.
Αρχίζει να τη γλείφει στο λαιμό. Εκείνη δεν αντιστέκεται. Συνεχίζει προς τα πάνω και αγγίζει τα μισάνοιχτα χείλη της. Δείχνουν διψασμένα, έτοιμα για νέες στιγμές απόλαυσης. Τον φιλάει στο στόμα. Του έχει ήδη σηκωθεί. Της ανεβάζει τη φούστα και τη γυρίζει μπρούμυτα, πάνω σε έναν πεσμένο κορμό δέντρου. Κρατώντας την από τους γοφούς, μπαίνει μέσα της με δύναμη. Με το ένα χέρι της χουφτώνει τα βυζιά και με το άλλο τής δίνει ξυλιές στα καπούλια. Η κοπέλα γουστάρει τρελά και φωνάζει από ευχαρίστηση. Η ηδονή που την κατακλύζει, διώχνει τις ενοχές της μακριά.
Στο μεταξύ καταφτάνουν οι υπόλοιποι άντρες, που έχουν βγει να τους ψάξουν. Ο ένας κρατάει ένα μπουκάλι κρασί και της το προσφέρει. Εκείνη πίνει μια γερή γουλιά και χαμογελάει με ικανοποίηση. Όλοι παρακολουθούν αναμμένοι. Ο Όλιβερ έχει χύσει στην πλάτη της κι ανυπομονούν να πάρουν κι αυτοί σειρά. Της δίνουν να πιει κι άλλο και την πηδάνε ασταμάτητα.
Έχει χάσει τον μπούσουλα από την πολλαπλή καύλα. Βρίσκεται σε έκσταση από το πολύ αλκοόλ. Όταν τελειώνουν όλοι πάνω της, την παίρνουν σηκωτή κι επιστρέφουν στο μπαρ. Ο ιδιοκτήτης την οδηγεί στο δωμάτιό της και γυρίζει στην παρέα του. Η Ντέμπορα ξεραίνεται πάνω στο κρεβάτι, χωρίς καν να ξεντυθεί. Οι μοναδικές στιγμές διασκέδασης και ηδονής που απόλαυσε, τη βυθίζουν σε έναν λυτρωτικό ύπνο.
Όταν ανοίγει τα μάτια, η φρίκη την κυριεύει. Κοιτάζει παγωμένη τον άντρα απέναντί της. Είναι ο πελάτης του οίκου ανοχής. Μόνο που τώρα δεν φοράει τη στολή του νάνου. Και είναι ολοζώντανος. Δεν μπορεί ούτε καν να τσιρίξει. Χωρίς να ανασαίνει, τρέχει προς την πόρτα για να ξεφύγει. Είναι κλειδωμένη. Ο άντρας την αρπάζει από το χέρι και το στρίβει για να πονέσει. «Ή θα έρθεις μαζί μου ή θα σε καταγγείλω για απόπειρα δολοφονίας», λέει.
Δεν μπορεί να είναι αλήθεια. Δεν γίνεται να αναστήθηκε ο γέρος! Είναι σίγουρη πως έμεινε νεκρός τα χέρια της. Και τώρα; Τι θα κάνει; Δύο χαπάκια τού έδωσε για να περάσουν καλά και θα βρεθεί μπλεγμένη;
Αποφασίζει να συνεργαστεί και του προτείνει να πιουν ένα ποτό στο μπαρ για να το συζητήσουν. Εκείνος δέχεται. Κατά βάθος τη γουστάρει πολύ. Το ολόλευκο δέρμα της τον τρελαίνει. Δεν θέλει να της κάνει κακό. Απλά να την πείσει να επιστρέψει στο πορνείο για να κάνει τις ανωμαλίες του μαζί της.
Σε χαλαρό κλίμα συνομιλούν και πίνουν. Όλα δείχνουν πως τα έχουν βρει και θα φύγουν μαζί από εκεί. Γιατί όμως ο Όλιβερ τη ρωτάει αν τρελάθηκε; «Εδώ και τόση ώρα σε βλέπω να συζητάς με ένα άδειο σκαμπό», λέει. «Τα’ χεις παίξει;» Και απορεί μαζί της που πίνει από δύο ποτήρια ουίσκι. Μάλιστα το ποτήρι το αόρατου συνομιλητή της έχει σχεδόν αδειάσει.
Η Ντέμπορα στρίβει το κεφάλι της δεξιά και αριστερά. Ανοιγοκλείνει γρήγορα τα μάτια. Κοιτάει αποσβολωμένη το διπλανό κάθισμα. Είναι όντως κενό. Κανένας νάνος. Κανένας γέρος. Τότε της έρχονται στο μυαλό τα λόγια του μεθύστακα: «Ο νεκρός επιστρέφει πάντα για να τελειώσει το ποτό του».
Σοφία Ξανθοπούλου
Ανατριχιαστικό. Συγχαρητήρια!
Εντυπωσιακό κείμενο που αφήνει μια αίσθηση μυστηρίου.
Εντυπωσιάστηκα από την όλη σύλληψη της ιστορίας. Μπράβο!
Μου κράτησε το ενδιαφέρον αμείωτο και μου δημιούργησε αγωνία για την τύχη της κοπέλας. Πολλά μπράβο!
Πρωτότυπο! Με κράτησε ως το τέλος! Υπέροχη γραφή! Μπράβο!
Με καθήλωσε! Στρωτή γραφή, γρήγορο τέμπο, μυστήριο και αγωνία. Συγχαρητήρια!
Πολύ έξυπνη σκέψη, ιδιαίτερο και μυστηριώδες! Πολύ καλό!!!
Γραφή που εντυπωσιάζει. Συγχαρητήρια!!!
Πάρα πολύ καλό !!!
Πολύ εντυπωσιακή σύλληψη! Εξαιρετικό!
Πολύ δυνατό!!!
Πολύ έντονες εικόνες! Με καθήλωσε!
Σκηνές που κόβουν την ανάσα. Μπράβο.
Φοβερή πλοκή, κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον μέσω των σύντομων προτάσεων! Ωμός ρεαλισμός, σκηνικό που στήνεται στα μάτια σου μπροστά! Πολλά συγχαρητήρια!!!
Εικόνες ζωντανές, ενδιαφέρουσα πλοκή, γρήγορος ρυθμός. Μπράβο για την όλη σύλληψη!
Η ωμή περιγραφή το κάνει ξεχωριστό!
Σε σοκάρει με την καλή έννοια! Σου μένει, πολύ δυνατό, μπράβο!
Ανατρεπτικό!