Χωρίς σκέψη να βρεθεί
θέλησα να αποδώσω
της τιμής μου ένταλμα
και της ψυχής μου στίγμα.
Στο χώρο που παρακρατεί
η γνώση την αλήθεια
εκεί που κωφεύει θαρρετά
και γίνεται συνήθεια.
Τάχθηκε επιμελώς
το πλήγμα κι η οδύνη
μα δε θα χαριστεί
δική μου καλοσύνη.
Πίστευα και έβλεπα
πως αγνάντευαν τα όνειρα
μα στην πραγματικότητα
αυτά με μαχαιρώναν.
Αργά και βασανιστικά
το είναι μου είχε ξεδιπλώσει
σε στρώμα που ‘ταν αφιλόξενο
και δεν έλεγε να γλιτώσει.
Παρά του πόνου οδυρμοί
ερχότανε αντάμα
κι εμένα συναντούσανε
και ζούσα ζωής δράμα.
Μα σα θεριέψει η λογική
και πάρει πάνω χέρι
τραντάζεται συθέμελα
και στήνει το καρτέρι.
Όχι δεν ήτανε θεριά
παρά ανθρώπου σώμα
που θέλησα και ενέταξα
μα έβαλα τελεία κι όχι κόμμα.
Πάνε και περάσανε
τα νιάτα μας χαθήκαν
μα των λογικών στιγμών μα θες
ήρθανε και με βρήκαν.
Σίμωσαν κοντοστάθηκαν
κι ανοίξαν την παλάμη
τι κάθεσαι και δε μιλάς
μού ‘πανε και πως φταίνει.
Οι σκέψεις μου που έκανε
δε λογαριάζαν πράμα
εντάμα το επέβαλα
κι εγένηκε το θάμα.
Ψυχή που ‘χει αληθινό
το στέμμα της αγάπης
ήρθε και πρωτοστάτησες
ποτέ λαθρεπιβάτης.
Παρά επίσημα θωρεί
αντάμα με εμένα
σκιρτά και εγείρεται η καρδιά
και πιάνει ψυχής κλάμα.
Είναι από χαρά
στέκεται και φωνάζει
η μια ψυχή στην άλληνε
και λάβα σιγοβράζει.
Έγινε θανατικό
φωνάζουν οι καρδιές τους
και αμέσως τις στολίζουνε
για πάντα οι προσευχές τους.
Ναι, το ομολογώ
λέει η μία στην άλλη
έπρεπε από καιρό
να πατήσω τη σκανδάλη.
ΑΝΝΑ ΖΑΝΙΔΑΚΗ