Ειρηνογράφο πρεσβευτή σε νοματίζω
στο ανασάλεμα τ’ ανάκατου του κόσμου.
Στερνόφιλοι στον Άνθρωπο οι στίχοι σου
ματώνουν, σαν νογούν
της σάρκας τις άκοπες απώλειες.
Ματώνει η γη σου,
ροκάνι ο άτεγκτος χειμώνας.
Κι εσύ ματώνεις.
Το πικρομάνταλο του αναφιλητού γυρνάς
κι ανοίγει ο θρήνος την αρμυρή του πόρτα.
Ηχεί η πολεμόχαρη πληγή,
«τρίζουν τα δόντια» στις «νεκρές γαλέρες».
Ηχούν οι σφαίρες στις πένθιμες σελίδες σου,
θλίβονται τα χαϊκού του πόνου
με την κραυγή τους λιγοσιά στο σώμα.
Σκύβεις στις ραγισμένες λέξεις,
οδύνη αγγίζει τα κάτεργα του φθόγγου.
Απλώνεις της πένας σου τα δάχτυλα,
τ’ απόνερα μαζεύεις του πολέμου
και η ψυχή σου αντιστέκεται
με της γραφής τα εύθραυστα λογάδια.
Σε συναντώ στης προσφυγιάς τις «συμπληγάδες»,
στην παιδική ψυχή την χέρσα,
σαν κωπηλατεί σ’ αγριάρμενο σκαρί,
σαν λιγοψυχά στο διαβατήριο κύμα.
Θρηνείς της μάνας γιους,
θρηνείς τη νεκρική την κούνια
στα χαρακώματα του γυάλινου θανάτου.
Στύβεις τον άδικο λεκέ,
πλέκεις το μοιρολόι,
λυγμός εγίνηκε ολάκερο το ποίημα.
Κρυστάλλωσαν οι δίσεκτοι καιροί,
στης πένας σου τ’ ανταριασμένο ξόρκι.
Και σαν σταλάζει γοερά η «πορφυρή βροχή»,
«κλείνουν οι πύλες»
και «οι ναοί της ελπίδας
έγιναν φράκτες»,
εσύ ευλαβικά τον νόστο χαιρετάς
κι αναφωνείς «Χαίρε ειρήνη».
Καλλιόπη Δημητροπούλου
(Για την ποιητική συλλογή «Στις συμπληγάδες της προσφυγιάς» του νεαρού ποιητή Πλούταρχου Πάστρα», εκδόσεις Όστρια, Αθήνα 2017)