Σαν χρίστηκες άνθρωπος
σαν έγινες γυναίκα
και έγδαρες τα έσω
τα χείριστα ξεγύμνωσες
τα χαλκευμένα εγκόσμια
και δίπλωσε από τον πόνο η μήτρα,
θράσεψε ο στίχος σου
στης αρένας τα ποιήματα.
«Αχνίζουν οι λέξεις» οι ευδόκιμες
μοσχοβολιστό καρβέλι.
Σαν σκάει το «μπαμπακολούλουδο» της πυρκαγιάς
στου ήλιου σου το κάμα
ξεσηκώνεται η «βραχύβια μνήμη»
φλογίζεται το σώμα
σε μια γιορτή τρεμάμενη
και δροσερεύει «η ατλαζένια ψυχή»
στης προσδοκίας το φλιτζάνι.
Κι ως αντίδωρο της θείας κοινωνίας σου
καταπίνουμε το άχραντο της ποίησής σου
το χαίρε συ των αγγέλων.
Ποίηση μεταξωτή, εσταυρωμένη
της ερημίας της ψυχής
της μεταφυσικής αγωνίας
«με ένα πον πον ζωής και θανάτου».
Ποίηση της θυμόσοφης διαμαρτύρησης
για «φθινόπωρα χωρίς ανατριχίλα»
για λόγια αποκαμωμένα
που χτυπούν και καρφώνονται
«την ώρα που λέγονται»
την ώρα που καίγονται για τον ηττημένο Λόγο
στου Εγώ τις ορέξεις.
Της αρένας τα ποιήματα
σπουδής σπονδή για το μικρό κοχύλι,
στης πεθυμιάς «το σπάρταρο»
σταλάζουν μύρο και βουή
μια στάλα μέλι στάζουν
από «πρωτόγαλα της μάνας».
Κι εσύ με τον ασφόδελο στο στόμα
«μ’ ένα ψίχουλο ήλιου στης ψυχής τον ιβίσκο»
ξαναβαφτίζεσαι η Εριέττη της προμάμμης
κρατώντας λίγα πέταλα του Επιταφίου
για την Ανάσταση που «θυροδέρνει».
ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ
(Για την ποιητική συλλογή της ποιήτριας Εριέττης Μπορνάν, με τίτλο «ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΡΕΝΑ», εκδόσεις Βεργίνα, Αθήνα 2017).