Ποιο ήταν το αρχικό ερέθισμα για τη συγγραφή του έργου σας “Resort”;
Το “Resort” το έγραψα πριν 12 χρόνια. Μετά το έβαλα στο συρτάρι και το άφησα στην ησυχία του. Όταν πρόσφατα το έβγαλα και το ξαναδιάβασα, σκέφτηκα πως αυτό το κείμενο γράφτηκε με όλους τους λάθος τρόπους για όλους τους λάθος λόγους. Αυτή μου η αρχική σκέψη αποδείχθηκε απατηλή εκ των υστέρων. Το “Resort” γράφτηκε τότε γιατί είχα ανάγκη να κατονομάσω όλους εκείνους τους τρόπους που συντελούν στην πλασματικά αναπόφευκτη αλλοτρίωση της εξέλιξης και της επιδίωξης μίας αμφίβολης επιτυχίας. Καθώς εξελισσόμουν επαγγελματικά, διαπίστωσα πως όσα αθώα και όμορφα κουβαλούσα μέσα μου έπρεπε -συνειδητά ή μη- να θυσιαστούν. Αποδείχθηκα πολύ κακός θύτης όμως για να το πετύχω αυτό έπρεπε χωρίς να είμαι σε θέση να το κατονομάσω, να ξορκίσω την πλάνη. Το έκανα πρώτα με τις λέξεις, με το “Resort”.
Πόσο καιρό διήρκεσε η συγγραφή του έργου σας;
Αν έπρεπε να συγκεντρώσω τον χρόνο της έρευνας, τον σχεδιασμό, τη συγγραφική διαδικασία, τις επιμέλειες, τις προσθήκες, τις διαγραφές και την τελική επιμέλεια, θα έλεγα περίπου δυόμισι χρόνια.
Η πρώτη έκδοση ολοκληρώθηκε τον Φεβρουάριο του 2008. Οι πρώτες διορθώσεις μέχρι το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου. Έπειτα το άφησα στο συρτάρι για περίπου δέκα χρόνια. Το καλοκαίρι του 2017 δούλεψα για μερικούς μήνες πάνω στους κεντρικούς ήρωες. Τον χειμώνα του 2018 έγιναν τροποποιήσεις στην πλοκή. Τις τελικές διορθώσεις και την επιμέλεια την κάναμε με την ομάδα του ΕΛΚΥΣΤΗ μέσα στο καλοκαίρι του ίδιου χρόνου.
Το έργο σας αποτελεί εξ ολοκλήρου μυθοπλασία ή περιέχει και κάποια βιωματικά στοιχεία;
Το “Resort” αποτελεί μία μίξη ρεαλισμού και ακραίας φαντασίας. Ρεαλιστικά ερεθίσματα αντλήθηκαν από εφαρμοσμένα συστήματα διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού, όπως είναι η «Πυραμίδα του Maslow» αλλά και από ιστορικά γεγονότα που σχετίζονται με την 4η Σταυροφορία που ξεκίνησε το 1208, κορυφώθηκε σχεδόν δύο δεκαετίες αργότερα και σκοπό είχε την εξάλειψη του δόγματος των «Καθαρών» από την Κεντρική Ευρώπη.
Πώς θα αντιμετωπίζατε το ενδεχόμενο κάποιας αρνητικής κριτικής; Κατά πόσο θα σας επηρέαζε;
Δεν θα μπορούσα να αδιαφορώ περισσότερο. Μπορεί να ακούγεται επαρμένο σαν δήλωση όμως, το τι είδους «δουλειά» κάνει για τον καθένα το κάθε ανάγνωσμα είναι υπόθεση που δεν μπορεί και δεν πρέπει να με αφορά. Μπορώ να πω τα χειρότερα για την «Μεγάλη Χίμαιρα», μπορώ να πω ότι το βρήκα μονοδιάστατο, ρηχό και άτεχνο ως προς το ψυχογράφημα, επιτηδευμένο και με φοβερά στοιχεία πατριδολατρείας σε σημείο υπερβολής. Πείτε μου τώρα, αν τα έλεγα αυτά στον Καραγάτση (τον οποίο λατρεύω), τι θα μου απαντούσε;
Ποιο λογοτεχνικό είδος προτιμάτε να υπηρετείτε διά της συγγραφής; Με ποιο δεν θα καταπιανόσασταν ποτέ;
Προτιμώ τα διηγήματα και τα μυθιστορήματα, καμιά φορά γράφω στίχους, άλλοτε αραδιάζω λέξεις σε περισσότερο ποιητική, ας πούμε, φόρμα, έχω δοκιμάσει θεατρικά κείμενα, σενάρια, μικροδιηγήματα. Πρακτικά, τα πάντα. Πιστεύω πως δεν θα ένοιωθα άνετα μέσα σε πολύ αυστηρές φόρμες (αν και ο ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος με τις σχετικές ομοιοκαταληξίες μου έχει δώσει ενδιαφέροντα αποτελέσματα), όπως αυτή του σονέτου ή του χοϊκού. Θα το κάνω κάποια στιγμή για να βεβαιωθώ πως υπάρχουν όρια στα γραψίματα (υποθέτω άρρηκτα συνυφασμένα με την χρονική συγκυρία που με περιβάλει).
Ποιος πιστεύετε ότι πρέπει να είναι ο κύριος στόχος κατά τη συγγραφή ενός βιβλίου; Το οικονομικό όφελος, η φήμη ή η ικανοποίηση μιας εσωτερικής ανάγκης;
Αν έγραφα βασισμένος στις ανάγκες τις αναγνωστικής αγοράς ή με σκοπό το κέρδος, θα ξεκινούσα μία αστυνομική τετραλογία την οποία θα ολοκλήρωνα σε οχτώ τόμους. Όχι, δεν ακολουθώ τις ανάγκες της αγοράς και σίγουρα δεν προσδοκώ τα οικονομικά οφέλη. Αυτό το κάνω στην δουλειά από την οποία βιοπορίζομαι. Τα πάθη δεν ελέγχονται -δεν πρέπει να ελέγχονται- από κανόνες.
Τι σημαίνει για σας «συγγραφή»;
Από όλες τις ερωτήσεις, αυτή είναι, ίσως, η δυσκολότερη. Δεν υπάρχει εξήγηση. Όσοι προσπαθούν να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα και καταφέρνουν να συντάξουν μια πρόταση που να βγάζει κάποιο νόημα, κατ’ αρχάς είναι εξαίρετοι συγγραφείς αφού τα καταφέρνουν και έπειτα, είναι ολοκληρωτικά χαμένοι μέσα στην δίνη των λέξεων που βγαίνουν ορμητικά από μέσα τους ή φοβερά επιτυχημένοι ψεύτες, σε σημείο που να εξαπατούν ακόμα και τον ίδιο τους τον εαυτό. Η συγγραφή προκύπτει αυτοβούλως, δεν ζητά άδεια, δεν χρειάζεται αιτιολόγηση, δεν απαιτεί εξηγήσεις με τον ίδιο τρόπο που δεν απαιτεί εξηγήσεις και το αντανακλαστικό των νεύρων σε ένα οδυνηρό ή ηδονιστικό ερέθισμα. Λειτουργεί περίπου όπως η αναπνοή. Αναγκαία, απόλυτα, εν είδει μηχανισμού συντήρησης στην ζωή. Ξεκινά μόνη της και παύει όταν το επιθυμεί. Χωρίς εξηγήσεις.