Αγαπητέ κ. Βαρδάκα, ποιο ήταν το αρχικό ερέθισμα για τη συγγραφή του βιβλίου σας «Εκεί που ανθίζουν οι κραυγές»;
Καταρχήν, θα ήθελα να σε ευχαριστήσω, Ελένη, για την τιμή που μου κάνεις, να σου παραχωρήσω συνέντευξη. Κατά δεύτερον, η αφορμή για να πραγματοποιήσω τη συγγραφή του εν λόγω έργου δεν ήταν άλλη απ’ τις αντιθέσεις που υπάρχουν στην κοινωνία μας, και ιδιαίτερα μέσα στις μεγάλες πόλεις.
Από την μία, η ελπίδα παρατηρεί την απόγνωση, ενώ και η αισιοδοξία βρίσκεται κοντά σε απόσταση με την απελπισία. Οι πράξεις των ανθρώπων δεν είναι τίποτα άλλο, από τους δύο «πόλους» μιας τεταμένης ισορροπίας στην καθημερινότητα.
Πόσο καιρό διήρκεσε η συγγραφή του έργου σας;
Περίπου 1,5 μήνα. Η «σύλληψη» της ιδέας, δεν ήταν προσωπικά για αυτό το έργο η πιο δύσκολη διαδικασία που είχα ποτέ. Κατά τη διάρκεια όμως της συγγραφής, όπως συμβαίνει σε κάθε μου έργο, αλληλοσυγκρούστηκαν και αλληλοσυμπληρώθηκαν εικόνες. Αυτό απέβη φυσικά υπέρ του έργου, καθώς «φιλτράρισα» μέσα από αποτύπωση στο χαρτί όλες αυτές τις καταστάσεις, μέχρι να υπάρξει η τελική έκδοση.
Τα πεζογραφήματα που αποτελούν το βιβλίο σας, είναι εξολοκλήρου προϊόντα μυθοπλασίας ή περιλαμβάνουν και βιωματικά στοιχεία;
Αναμφίβολα είναι συνδυασμός καταστάσεων που έχω βιώσει σε προσωπικό επίπεδο, αλλά και η καθημερινότητα των κατοίκων μιας πόλης. Ουσιαστικά υπάρχει συνύπαρξη αισθημάτων, και γεγονότων. Όμως προσπάθησα στο μέτρο του δυνατού, και με όση ευχέρεια μου δίνει η ελευθερία της έκφρασης μέσω της λογοτεχνίας, να αποδώσω στο μέγιστο βαθμό την αποτύπωση όλων αυτών των εικόνων.
Ποιο λογοτεχνικό είδος προτιμάτε να υπηρετείτε διά της συγγραφής; Με ποιο δεν θα καταπιανόσασταν ποτέ;
Η αλήθεια είναι ότι έχω πειραματιστεί στη γραφή, με πολλά είδη γραφής. Όπως είναι εύκολα αντιληπτό, δεν είναι δυνατό να είμαι εξίσου δημιουργικός και πετυχημένος σε όλα. Μέσα από την πάροδο του χρόνου, κατόρθωσα να αντιληφθώ σε τι είμαι ικανός και τι όχι.
Δεν είναι τυχαίο πως κυρίως έχω καταπιαστεί με την ποίηση, το διήγημα και το μυθιστόρημα. Απλά, με την τελευταία περίπτωση, ενώ έχω γράψει κάποια έργα, δεν έχουν δημοσιευτεί ακόμα, όπως στα υπόλοιπα είδη που ανέφερα.
Έχετε δεχτεί ποτέ αρνητικές κριτικές; Κατά πόσο σας επηρεάζουν;
Φυσικά και έχω δεχτεί. Θα ήταν ουτοπικό να πιστεύω ότι τα έργα μου είναι δυνατό να έχουν μόνο θετικές κριτικές. Τις αντιμετωπίζω όπως θα όφειλε κάθε δημιουργός. Με σκεπτικισμό, καθώς αντιλαμβάνομαι ότι όντως έχουν αναφορά σε μειονεκτήματά μου και τα βελτιώνω, όπως έχω κάνει κατά καιρούς. Με αυτό τον τρόπο, θα είμαι ακόμα αποδοτικότερος στο επόμενο εγχείρημά μου.
Ποιος πιστεύετε ότι πρέπει να είναι ο κύριος στόχος κατά τη συγγραφή ενός βιβλίου; Το οικονομικό όφελος, η φήμη ή η ικανοποίηση μιας εσωτερικής ανάγκης;
Θεωρώ ότι όταν το έργο εκδοθεί, ο συγγραφέας οφείλει να αντιμετωπίζει το έργο του με πολύπλευρη προσέγγιση. Είναι επιθυμητή η φήμη και η δόξα, καθώς έτσι «γιγαντώνεται» η διάδοσή του. Περιττό να αναφέρω βέβαια ότι και η οικονομική επιτυχία είναι ζητούμενο, γιατί σε αντίθετη περίπτωση δεν μπορεί να στηριχθεί η επόμενη εκδοτική κίνηση στην οποία θα προβεί.
Το κυριότερο για μένα, όμως, είναι η εσωτερική «διεργασία» που λαμβάνει χώρα. Κάθε δημιουργός νιώθει ως ένας καπετάνιος, που το πλοίο στο οποίο είναι υπεύθυνος θέλει να είναι καλοτάξιδο τόσο σε ήρεμη θάλασσα αλλά και να προσεγγίσει το λιμάνι κυρίως μέσα από μια φουρτούνα. Η αντίθεση αυτή είναι ο ακρογωνιαίος λίθος μιας δόμησης της έμπνευσης.
Τι σημαίνει για σας «συγγραφή»;
Επειδή γράφω κείμενα από την εφηβική μου ηλικία, θεωρώ ότι η συγγραφή χαρακτηρίζει την έως τώρα πορεία της ζωής μου. Είναι «αγάπη», εσωτερική ανάγκη για έκφραση. Όμως, από την στιγμή που άρχισαν να εκδίδονται τα έργα μου, είναι και το επαγγελματικό μου αντικείμενο. Όλες αυτές οι εκφάνσεις της συγγραφής, είναι και πλευρές του χαρακτήρα μου, που αποτυπώνονται με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά τους.