Ηλίας Στόφυλας: «Όραση Αβλαβής η Μυωπία», εκδόσεις 24γράμματα. Ο ποιητής που χρωστά την καρδιά του στους διώκτες του. Στους συνωστισμούς των ερημιών του κι ανάμεσα στις υποκείμενες πληγές του, συνάντησα τον ποιητή Ηλία Στόφυλα. Τον είδα να υπογράφει ετούτο το βιβλίο με το γνήσιο της πληγής του και μάλιστα από την εισόδια αφιέρωση: “στη μητέρα μου, για ‘κείνα που αντέξαμε”. Είμαι βέβαιη πως αντέχει να κρατά τη ζωή από τους μαύρους βοστρύχους της, να τη σέρνει έξω από τους σκοτεινούς χειμάρρους της και να την οδηγεί στον πολύκλωνο ήλιο. Στην αντιποιητικότητα των καιρών με τα τεράστια στοχαστικά χάσματα και σε τούτες τις άνυδρες ημέρες που η ποίηση συχνά κλυδωνίζεται και αυτοκτονεί, καταφθάνει, ασθμαίνοντας από τα δύσβατα, με τη δεύτερη ποιητική συλλογή του ο Ηλίας Στόφυλας.
Τριάντα ένα ποιήματα κυοφορεί ο ποιητής της νύχτας, τα φέρνει στο φως και τα στεγάζει κάτω από τον ιδιαίτερο τίτλο «Όραση Αβλαβής η Μυωπία». Και πράγματι, με της “μυωπίας το μείον” ατενίζει τον κόσμο του. Κι ο κόσμος του, ο ποιητικός και ο προσωπικός, δονείται από κάθε λογής συγκλονισμούς. Ρωμαλέος, ακλόνητος, ειλικρινής και άμεσος ο στίχος του κραυγάζει, αντιστέκεται, διαμαρτύρεται είτε συμμετέχει ο ποιητής στις προσωπικές του οδύνες, είτε συμμετέχει στο καθολικό συνανοίκειν. Κραυγές αγωνίας, οιμωγές πόνου, προσωπικού, ανθρώπινου και κοινωνικού είναι η ποίηση του Ηλία Στόφυλα και ως επάξια ξεχωρίζει. Εκφράζει με ευαισθησία βαθιές ανησυχίες και επίκαιρους προβληματισμούς για τα κοινωνικά αδιέξοδα και τις κοινωνικές αδικίες. “Βιάζεται ο παράδεισος;” αναρωτιέται με λόγο καταγγελτικό που αφυπνίζει. Και συνεχίζει: “Τρεις φορές…/ Και οι τρεις μες στην καρδιά του Άλλου./ Στη φωτιά του./ Τρεις φορές στ’ Αριστερά./ Κόβεται μαχαίρι η Ιστορία./ Φύσσα και γύρνα την ανάποδα./ Στρίψε με ειρήνη το φονικό στιλέτο./ Να σκιστούν απ’ την αρχή τα σωθικά.” Πονά ο ποιητής όταν σκίζονται τα σωθικά του Άλλου, τα σωθικά του κόσμου. “Πόση ανισότης, στον Ίσο βίο!” αναρωτιέται. Και καταλήγει: “Υψώνω τη γροθιά/ κι ορκίζομαι στο αίσθημα./ Κύριε πρόεδρε/ Κύριοι ένορκοι/ Σεβαστό δικαστήριο/ Ζωή συγκλονισμένη”. Μας συγκλονίζει ο ποιητικός κόσμος του Ηλία Στόφυλα. Υποπτεύεται, ανησυχεί, ζητά ευθύνες, σαρκάζει, καυτηριάζει το μηδέν, κατατροπώνει το ελάχιστο. Η ποίησή του δεν είναι εγωπαθής. Στη συλλογή υπάρχει απεύθυνση του εγώ σε ένα εσύ, που παλεύει να ισορροπήσει ανάμεσα στους φόβους, τις υπαρξιακές αγωνίες, τις ανισότητες και τις κοινωνικές αδικίες. Διαβάζουμε: ” Οι πεινώντες και διψώντες/ τη δικαιοσύνη,/ ατάιστοι./ Δε βλέπεις;/ Τους ξεζούμισαν οι έχοντες./ Σιέρρα Λεόνε, Ουγκάντα, Καμερούν/ κοκκάλωσαν./ Η θέση σου είναι με τους γκρεμισμένους.” Το κατέχει καλά ο ποιητής πως οι ευάλωτοι ποδοπατούνται και διαπιστώνει: ” Είναι το σθένος δακρυσμένο/ το Νέο/ ανυποχώρητα δειλό”. Και απαιτεί: ” Οι σπασμένες ζωές/ να σπάσουν το απόστημα”. Η ακίδα της πένας του γίνεται το ράμφος με το οποίο ο ποιητής με τις βαθιές υπαρξιακές αναζητήσεις σκάβει σύριζα την ψυχή του. Τη γνωρίζει καλά τη διαδικασία του “ένδον σκάπτειν” γιατί γνωρίζει επίσης καλά πως “ένδον η πηγή του αγαθού”. Γνωρίζει από προσωπικούς γκρεμούς, τους γεύεται, περπατά “με καρφωμένους σταυρούς στον σβέρκο”, συνθλίβεται με πάθος, κι αφού “έκλαψε με βεβαιότητα”, μένει πια αστάλαχτος από δάκρυ, και τελικά οδομαχώντας από ήττα σε ήττα αγγίζει τη νίκη. Οι εσωτερικές φωνές του και οι αποσιωπημένες αλήθειες του με όχημα τη γλώσσα και τον λόγο βρίσκουν διέξοδο και διεκδικούν να τρυγήσουν τη ζωή στα υψηλά της. Κι εκεί τον βρίσκει η ποίηση! Την ποιητική γραφή του Ηλία Στόφυλα την ξεχωρίζω για πολλούς και ποικίλους λόγους. Γνωρίζει καλά την τέχνη του λόγου ο ποιητής. Κάθε ποίημα είναι μια ρηξικέλευθη ποιητική σύλληψη που μετά από άριστη νοητική και γλωσσική επεξεργασία καταγράφεται και παραδίδεται, με έντονη εκφραστική δύναμη, στον αναγνώστη. Κάθε ποίημα ένας μικρός κόσμος για εξερεύνηση. Μορφή, περιεχόμενο, ποιητική απόδοση άρτια. Βιωματικός, υπαρξιακός, θυελλώδης, εκρηκτικός και βαθιά αισθαντικός ο Στόφυλας, πυροβατεί με σθένος και μαεστρία να ισορροπήσει τις βαθύτερες αλήθειες μέσα του. Ευρηματικός, εμβριθής, ευρυμαθής, λυρικός, με λεκτικούς σχηματισμούς που αιφνιδιάζουν, δίχως μελοδραματικούς τόνους, με στιβαρή και μεστή γραφή καταφέρνει να τιθασεύσει άριστα την πίκρα και τον πόνο. Με καθηλωτικές και πρωτότυπες εικόνες, με αξιοπρόσεκτη οξύνοια και με αντιφατικά δίπολα εννοιών και με ετερώνυμα που έλκονται, μιλά στην ψυχή μας. Αν και συχνά -θα τολμήσω να πω- ακροβατεί λεκτικά και παραδοξολογεί εκφραστικά, καταφέρνει όμως με επιδεξιότητα να διασφαλίσει τη συμπυκνωμένη έκφραση και να μας δώσει μεγάλης έκτασης ποιήματα χωρίς καθόλου λογοτεχνική μονοτονία. Δεν είναι καθόλου εύκολο αυτό το ποιητικό εγχείρημα.
Τα ρητορικά ερωτήματα είναι μια τεχνική που επίσης χρησιμοποιεί πολύ συχνά ο ποιητής. Με τη συχνή χρήση του ερωτηματικού επικοινωνεί τις ιδέες του και προσδίδει στη γραφή του εκφραστική δύναμη, ζωντάνια, αμεσότητα και οικειότητα. Η ποίησή του αποκτά διαλογικό χαρακτήρα και θεατρικότητα. Αποφεύγει τη μονοτονία, προβληματίζει, αφυπνίζει και κινητοποιεί τη σκέψη του αναγνώστη του. Η μνήμη στην ποίηση του Στόφυλα είναι το θεματικό μοτίβο που διεκδικεί τα νόμιμα. Έλκει και αποζητά την ετερώνυμη λήθη που λυτρώνει. Σε κάποια σημεία νομίζω πως κρατά το ποιητικό χέρι της Δημουλά και πορεύεται, δίχως όμως να ακολουθεί τον εγκεφαλικό τρόπο γραφής της ποιήτριας. Γράφει ο Στόφυλας: “Φροντιστήριο ξενόγλωσσο/ ταχύρυθμο η μνήμη. / Σας το είπα,/ αν έμαθα εξ ολοκλήρου να ξεχνώ,/ αυτό που λέμε “δια παντός”/ στο μάθημα της μνήμης το οφείλω.” Και σε άλλο σημείο γράφει: “Όσοι σου μιλούν για μνήμη/ σε προορίζουν/ για την άτακτη φυγή του παρελθόντος./ Χρεοκόπησαν από καιρό οι αναμνήσεις”. Το συναίσθημα και ο λυρισμός υπαρκτά στους στίχους του αλλά πάντα στην απαραίτητη δοσολογία. Με εξομολογητικό και αποκαλυπτικό τόνο, με την χρήση της ειρωνίας και με πλήρη ειλικρίνεια συνομιλεί ποιητικά με τον φόβο, τις ήττες του, τον έρωτα και τον θάνατο ή τους καθημερινούς μικρούς θανάτους του εαυτού του. Είναι τα θεματικά μοτίβα που τον απασχολούν και στη δεύτερη ποιητική συλλογή του. Ο έρωτας κι ο θάνατος, η ύπαρξη και το μηδέν, η ζωή και η μη ζωή εκφράζονται και εκφράζουν τις υπαρξιακές αγωνίες του ποιητή και τα κοινωνικά πάθη. Παλεύει με τις ερημιές, τις ακυρώσεις, τις διαγραφές, τους φόβους, τους εγκλεισμούς, τις πληγές του δηλαδή. Διεισδύει όμως στις πληγές του, τις προσδιορίζει, κινητοποιείται και ανασύρει τον νέο του εαυτό. Στην επιτομή της συλλογής του και αυτοαναφορικό κατ’ εμέ ποίημα με τον τίτλο “Αυτοπροσώπως” συγκλονίζει: “Μου ζητήθηκε το Γνήσιο της Πληγής./ Με Άριστα, είπαν, η θητεία μου/ κάτω απ’ τους σταυρούς”. Είναι πεπεισμένος ο ποιητής πως “Όλοι οι ουρανοί, δε βγάζουνε θεό”, γι’ αυτό “Ψάχνει Χριστό, ψάχνει σταυρό, γίνεται σταύρωση… Έμαθε από νωρίς τα μάτια του να κλείνουν,/ το χρυσό μου./Νάνι, νάνι/ κουπεπέ/ κι έρχονται στο άστρο του οι ουρανοί”. Με πόσο σαρκασμό και ειρωνία μας χαρίζει τις αλήθειες του ο ποιητής! Σε πρόσφατη συνέντευξή της δήλωσε η συγγραφέας Ιωάννα Καρυστιάνη: “Πιστεύω ότι η ζωή έχει για όλους μας πολλά σταυροδρόμια: λεωφόρους, μονοπάτια και αδιέξοδα, ανηφόρες να λαχανιάζεις και κατηφόρες να κατρακυλάς μέχρι τη λάσπη. Έχει και ισιάδες που μπορείς να τις περπατήσεις ρυθμικά ή και ξυπόλητος γιατί σου έχει δώσει η ζωή τα παπούτσια στο χέρι”. Και θα την συμπλήρωνα αυτή τη δήλωση με τους άξιους στίχους του Ηλία Στόφυλα: “Έτσι μπαίνεις στον παράδεισο/ χωρίς τις εμβοές του άφωνου/ αδιαμεσολάβητα./ Με όλων των σημείων σου/ τη διαλυμένη στίξη”. Και θα πρόσθετα επίσης τους στίχους του, προσευχή: ” Κύριε, θα πεις, έμεινα αστάλαχτος./ Κύριε, πόσο αδιέξοδο για να βγω στην Ποίηση”. Ευτυχώς που το αδιέξοδο οδηγεί στην Ποίηση αγαπημένε μου ποιητή και φίλε Ηλία και μετέχουμε στην ποιητική αρένα σου. Γιατί, θα συμφωνήσω μαζί σου, “Ποίηση είναι όλα εκείνα που δεν φωνάξαμε” και μάλιστα “που δεν φωνάξαμε στην ώρα τους”.
Αθήνα 31/10/2022
Καλλιόπη Ι. Δημητροπούλου Φιλόλογος, συγγραφέας