Πλεούμενα των καιρών περνούν
κι εσύ δεν είσαι μέσα τους.
Οι συνοικίες δε σε χωρούν,
οι ευέλπιστες υποσχέσεις
παραμερίζουν
εμπρός σου,
κάθε ευκαιρία που κλότσησες
στριφογυρίζει στο μαξιλάρι σου,
κάθε καλυτέρευση που δεν έφτασες
γίνεται κρότος
εκτοξεύεσαι θαρρείς σαν
από ματαίωση και θάρρος συνάμα
τα διπλά νοήματα που φύλαξες,
οι θύμησες των απαριθμήσεων,
όλη η πολύπλοκη μαεστρία του αντιφατικού
πολλαπλού εαυτού.
Κι όμως ακόμα,
το ανοιγόκλειμα των βλεφάρων σου
είναι η ρήξη μου με το αναμενόμενο.
Όχι δεν υφαίνω πιθανά ψυχογραφήματα
μιλάω για τις πόλεις που περπάτησες,
για τα δίτροχα που κινητοποίησες,
για τις αίθουσες που σε φιλοξένησαν,
για τα τοπία που μέσα τους χάθηκες.
Όχι δε θα μιλήσω για έμψυχους θιασώτες
του ονειρεμένου
για τα χατίρια στο εικονικό
και για το
λοξοδρόμημα απ’ ό,τι άξιζε την παύση
της σιγουριάς σου.
Μόνο χρωματίζω την ύλη που σιμά σου υπάρχει.
Τα απόρθητα απογεύματα σε κάποιο πάρκο,
τα συναυλιακά ανατριχιάσματα,
τις μεταμεσονύκτιες οριζοντιώσεις στο γρασίδι,
την εξαθλίωση των βηματισμών για όλα
όσα αρνείσαι να είσαι ολοκληρωτικά.
Το σφίξιμο της γροθιάς σου
δεν είπα της αγκαλιάς σου,
στα πλεούμενα των καιρών μας
απαγορεύεται αυστηρώς
να μιλάω για πλησίασμα
πόσο μάλλον
μιας αμφιβόλου ευτυχίας.
ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΠΕΡΝΕΚΑ