Έγινε σκόνη η ζωή που κάποτε ονειρευόσουν.
Γυναίκα φθηνή, σε πάλκο λαϊκό.
Την κοιτάς και ντρέπεσαι.
Με το δέρμα της ξέχειλο, τις ρυτίδες
χαραγμένες και το μακιγιάζ μόνιμο.
Τα μάτια ολόμαυρα καθρεπτίζουν τη θλίψη
και τα κατακόκκινα χείλη με βία
συγκρατούν το τσιγάρο σου.
Πού δεν είναι αναμμένο,
γιατί πάνε χρόνια που το άναψες
και μου πες να καπνίσω εγώ
την τελευταία τζούρα.
Κι από τότε μένει στα χείλη
αυτή η χαλασμένη αίσθησις…
Ανάγκη που μένει ανικανοποίητη,
ζωή που τίποτε δεν της προσφέρθηκε
ατόφιο και ολάκερο.
Ακόμα και σένα. Με δόσεις σε βλέπω.
Με δόσεις σε φέρνω στο νου.
Κι ας σε πλήρωσα τοις μετρητοίς…
Ελβίρα Aλωνιστιώτη