Χιτώνα πορφυρό θέλησες να τη ντύσεις,
μα τώρα στα νυφιάτικα τη σέρνεις,
καθώς διαβαίνεις τ’ Αχέρoντα τις πύλες.
Βήμα πίσω μην κάνεις,
μη και τη βάρκα στα Τάρταρα βυθίσεις.
Βλέμμα αγέρωχο κράτα τον βαρκάρη σα θωρείς.
Τρίξ’ το νόμισμα στα δόντια ο πόνος μη φανεί.
Μια εσύ δε φταις το Άχος σαν κατέκλυσε τη δόλια σου καρδιά.
Δυο εσύ δε φταις. Θυμήσου. Αρκεί μονο ένα γράμμα.
Άλλωστε, και τη Γη τούτο το σκοτεινό τη γέννησε.