Μια νέα ζωή. Αυτό λαχταρούσε κάποτε εκείνη. Χρόνια τώρα εγκλωβισμένη σε έναν γάμο ρουτινιασμένο, σ’ έναν έρωτα ξεθωριασμένο. Όσο κι αν προσπαθούσε η Αλίκη, ο Κοσμάς την απομάκρυνε, δεν την έβλεπε πια ως γυναίκα, ένα εξάρτημα του σπιτιού κατάντησε!
Τα παιδιά μεγάλωσαν, έπαιρναν τον δικό τους δρόμο, σπούδαζαν και τα δύο. Η Αλίκη κάποτε δούλευε ξεναγός σε τουριστικό πρακτορείο. Αλλά παράτησε τη δουλειά της, ο Κοσμάς ήταν χειριστικός και με απότομο χαρακτήρα…
Η Αλίκη άργησε πολύ να το συνειδητοποιήσει!
Παρ’ όλα αυτά, προσπάθησε πολύ για τον γάμο της, για να αναζωπυρώσει τον χαμένο έρωτα. Ώσπου ένα πρωί τα παράτησε, έχασε την αυτοπεποίθησή της, έπαψε να προσπαθεί για οτιδήποτε. Κλείστηκε στον εαυτό της και η κατάθλιψη την περικύκλωσε.
Κόντευε τα 50, ήταν ακόμη όμορφη, η ίδια όμως ένιωθε τον εαυτό της σαν μια άσχημη, αποτυχημένη γριά. Παγιδευμένη σε μια ζωή χωρίς φως! Κι ο Κοσμάς, αδιάφορος και παγερός. Σύννεφα απελπισίας πλάκωναν τη ψυχή της
Η μόνη της έξοδος ήταν πια για τα ψώνια του σπιτιού… Μια γυναίκα που κάποτε έλαμπε, μ’ ένα μόνιμο χαμόγελο στα χείλη, ακόμη κι η αισιοδοξία την εγκατέλειψε. Πόσο μετάνιωνε γι’ αυτό το γάμο… Το μόνο σημαντικό, το μόνο που άξιζε ήταν τα παιδιά της. Ζούσε χρόνια με αυτή την κατάσταση, η καρδιά της αιμορραγούσε.
Εκείνο το βροχερό βράδυ, όλες οι αναμνήσεις πέρασαν σαν ταινία απ’ το μυαλό της. Μια πικρή γεύση στα χείλη, μια τεράστια απογοήτευση στην ψυχή της, ένα ασήκωτο βάρος στο στήθος της… και άνοιξε την πόρτα του σπιτιού με άγνωστο προορισμό.
Έτρεχε κι έκλαιγε σαν την τρελή. Βροχή και δάκρυα ανακατεύονταν στο πρόσωπό της! Ένιωθε τις ανάσες της να λιγοστεύουν.
Και ξαφνικά ένα αυτοκίνητο σταμάτησε απότομα μπροστά της! Τότε, η Αλίκη κατάλαβε πως βρισκόταν σε μια στροφή, στη μέση του δρόμου, έτοιμη για το μοιραίο.
Κι όμως, ένα χέρι δυνατό την τράβηξε κι ένας άντρας την αγκάλιασε σφιχτά. “Παναγία μου! Τι πας να κάνεις κορίτσι μου;” της φώναξε. Γύρισε και σ’ εκείνον τον άντρα αναγνώρισε τον πρώτο της έρωτα. Τον Βασίλη! Οι λέξεις δεν έβγαιναν απ’ τα χείλη της. Μόνο δάκρυα και λυγμοί, τα πόδια της έτρεμαν! “Βασίλη;” πρόλαβε να ψελλίσει και λιποθύμησε.
Ο Βασίλης την πήρε στην αγκαλιά του και την έβαλε στο αυτοκίνητο. Μόλις συνήλθε, εκείνος της χάιδεψε απαλά τα μαλλιά και της κράτησε το χέρι. Της είπε πως είχε χάσει τη γυναίκα του πριν χρόνια σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, δεν είχαν προλάβει να κάνουν παιδιά. Ζήτησε από την Αλίκη να του εξηγήσει τι την οδήγησε στην αποψινή της απόπειρα.
Η αλήθεια είναι πως ούτε ο Βασίλης ούτε η Αλίκη είχαν ξεχάσει ο ένας τον άλλον! Και σαν από θαύμα εκείνη η μοιραία βραδιά τούς ξαναέσμιξε. Μια στροφή της ζωής της στο δρόμο, που την πρόλαβε εκείνος κι έγινε μια γλυκιά ευθεία. Δυο ψυχές που βρήκαν ξανά τη λάμψη τους. Δυο καρδιές που τα χτυποκάρδια τους ενώθηκαν πάλι.
Και μια νέα ζωή ανέτειλε μπροστά τους!
16/1/2024
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ-ΜΠΡΟΥΣΑ
Αρθρογράφος/Συγγραφέας