Κοίταζε την ογδοντάχρονη μάνα της που χοροπηδούσε σαν παιδούλα και, εντελώς ξαφνικά, ένιωσε πάλι αυτή την αίσθηση πνιγμού που είχε στοιχειώσει τη ζωή της. Η καρδιά της χτυπούσε δαιμονισμένα σαν έμβολο και το μυαλό της έκαιγε. Κάθε φιγούρα μαχαίρι δίκοπο που στριφογυρνά στην πληγή της μνήμης.
Ο χορός σταμάτησε και οι ματιές τους διασταυρώθηκαν. Τα βλέμματά τους πάλευαν κι αγκαλιάζονταν, οι ίδιες έμειναν σε απόσταση, κοιτάζοντας η μια την άλλη.
Ήταν η τρίτη φορά που της συνέβαινε αυτό. Ξεκίνησε την πρώτη εκείνη βραδιά που έμεινε μόνη με τη νέα μαμά και το νέο μπαμπά στη μεγάλη πόλη. Της είχαν πει ότι από την επόμενη μέρα τον παλιό μπαμπά και την παλιά μαμά, θα τους έλεγε θείο και θεία. Ο αδελφός της έμεινε στο νησί. Έτσι απλά.
Κουλουριάστηκε τρέμοντας σε μια άκρη του κρεβατιού και βυθίστηκε σε βουβό κλάμα που κράτησε όλο το βράδυ. Πρέπει να ήταν ξύπνια όταν είδε το όνειρο. Μια ήσυχη μέρα καλοκαιριού που όλη η οικογένεια μαζί βρισκόταν στο ψαροκάικο του πατέρα της και αυτή έπαιζε μόνη της στην πλωριά πλευρά. Όλα έγιναν γρήγορα. Το μαύρο σύννεφο, μεγάλο σαν μεταλλικό κουτί, αιχμαλώτισε τον ήλιο. Ο αέρας μούγκρισε και οι ρυτίδες της θάλασσας γίνανε κύμα μανιασμένο. Τη στιγμή που ο ουρανός σκίστηκε από μια γαλάζια αστραπή, σαν φλέβα ανθρώπου, το γκριζόμαυρο νερό τη ρούφηξε μεμιάς. Με δύναμη την τράβαγε κάτω, πιο κάτω, αυτή στροβιλιζόταν, κοίταζε την καρίνα του καϊκιού που όλο και ξεμάκραινε. Τα ψάρια, παραξενεμένα από τον απρόσμενο επισκέπτη, την κάρφωναν με τα μεγάλα τους μάτια. Κατέβαινε για πολύ ώρα, χτύπαγε τα χέρια της πάνω κάτω, πέρα δώθε, πνιγόταν, ώσπου βρέθηκε στο χαμηλότερο σημείο, στο ακύμαντο βένθος του ωκεανού. Εκεί όπου όλα είναι απολύτως γαλήνια και ήρεμα, ακόμα και αν τα μανιασμένα στοιχεία της φύσης μαστιγώνουν τη θάλασσα. Τότε ο ήλιος που είχε δραπετεύσει από τη μαύρη παγίδα τ’ ουρανού και την ακολουθούσε, φώτισε το σκοτεινό τοπίο. Μαγεία. Χρώματα ζωγράφου, κοράλλια και σπηλιές από κρύσταλλο, περίεργα πλάσματα που δεν κατάλαβε αν ήταν άνθρωποι ή ψάρια, αλλά της χαμογελούσαν. Όπως αυτός ο ροδόχρωμος ξιφίας που με το ρύγχος του της γαργαλούσε την κοιλιά. Τότε μόνο ηρέμησε.
Από την επόμενη μέρα όλα κύλησαν καλά. Έκανε ακριβώς ό,τι της είπαν. Μεγάλωσε μέσα στα πλούτη, καλοπαντρεύτηκε, απέκτησε γιο. Ξέχασε.
Η δεύτερη φορά ήταν πριν πέντε χρόνια, όταν γέννησε το δεύτερο παιδί, την κόρη της. Μόλις την κοίταξε, αμέσως μετά τη γέννα, οι εφιάλτες επέστρεψαν. Η παλιά σκέψη τρύπωσε σαν το σκουλήκι ξανά μες στο μυαλό της. Γύρισε στο σπίτι της αγρίμι αλαφιασμένο και τα έσπασε όλα. «Πώς μπορώ να το ξεχωρίσω αυτό το αγγελούδι;» ρωτούσε όλο το βράδυ τον άντρα της. Είπαν για συμπτώματα επιλόχειας κατάθλιψης. Λάθος. Αυτή τη φορά, ωστόσο, το δυνατό κοκτέιλ φαρμάκων ήταν εκείνο που της ηρέμησε την ψυχή.
Το ήξερε. Δεν έπρεπε να έρθει. Δεν έπρεπε να υποχωρήσει στα παρακάλια του αδελφού της. Ούτε στην πίεση του άντρα της που πίστευε ότι αυτό το γλέντι γάμου της μοναχοκόρης του Χρήστου, θα ήταν μια καλή ευκαιρία να ξορκίσει τους δαίμονές της. Κοίταζε τη μάνα της αμίλητη, γεμάτη πικρή οργή.
«Τι κάνεις, Φρόσω μου;» της είπε αυτή.
«Γιατί;» ρώτησε μόνο. Η γριά έσκυψε το κεφάλι. «Ήταν καλύτερα για σένα. Η αδελφή μου δεν μπορούσε να κάνει παιδιά και ήθελε τόσο πολύ».
«Γιατί εμένα; Θα μπορούσες τον Χρήστο», επέμεινε.
«Ο Χρήστος ήταν αγόρι. Θα δούλευε το καΐκι. Θα έδινε συνέχεια στο όνομα του πατέρα σου».
Η μάνα της συνέχισε να μιλά, αλλά τα λόγια της σκόρπισαν σαν τα πουλιά στον αέρα. Η Φρόσω δεν άκουγε. Έστριψε βιαστικά, πήγε στην τουαλέτα και έκανε εμετό.
Το βράδυ που γύρισαν στο σπίτι ήταν αμίλητη. Έβαλε τα παιδιά για ύπνο και κλείστηκε μόνη της στο μπάνιο. Γέμισε την μπανιέρα, μπήκε και γλίστρησε προς τα κάτω με τα μάτια κλειστά. Όταν, μετά από ώρα, τα άνοιξε, νόμισε ότι έβλεπε χρώματα και πλάσματα του βυθού. Αισθάνθηκε και το ρύγχος του ξιφία να της πειράζει χαϊδευτικά την κοιλιά.
Γαλήνη.
Ιωάννης Δενδρινός
Εξαιρετικό, με ευεσθησία και λυρισμό.
Συγκλονιστικό!
Υπέροχο!
Αξίζει να βραβευτεί!
Αξίζει να διακριθεί!
Πολυ καλό ,
Εξαιρετικό ! Αξίζει διάκρισης
Συγχαρητήρια!
Μέσα σε λίγες λέξεις τόσα πολλά συναισθήματα Κ Εικόνες. Πολλά μπράβο
ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ!
Μπράβο! πολύ όμορφο διήγημα
Πολύ καλό. Ευαίσθητο κείμενο.
Φοβερά λυρική αφήγηση, συγχαρητήρια!
ΜΠΡΑΒΟ ΓΙΑΝΝΗ; ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ!