Περιμένουν, ο άντρας κι η γυναίκα, καθισμένοι δίπλα δίπλα στο περιποιημένο σαλόνι του ιατρείου· περιμένουν και δεν προσέχουν τα πολύχρωμα περιοδικά στο τραπεζάκι μπροστά τους, και την τηλεόραση που παίζει στη γωνία. Είναι σκυθρωποί, κι έχουν το βλέμμα στυλωμένο στον τοίχο απέναντι, σαν να παρατηρούν, με προσοχή ή δυσπιστία; ένα σημάδι ορατό μόνο στους ίδιους. Από τη στιγμή που ήρθαν δεν έχουν ανταλλάξει κουβέντα, βυθισμένοι καθώς είναι στις σκέψεις τους, μόνο το χέρι έψαξαν, σχεδόν στα τυφλά, ο ένας του άλλου και μόλις το βρήκαν το κράτησαν δυνατά. Ακόμη έτσι έχουν τα δάχτυλά τους, πλεγμένα σφιχτά, σαν να βρίσκονται στη μέση μιας δίνης, που από στιγμή σε στιγμή θα τους παρασύρει μακριά, λες και φοβούνται πως αν χαλαρώσουν το κράτημά τους, θα χαθούν.
Η πόρτα του ιατρείου ανοίγει, και σαν ένας άνθρωπος, συγχρονισμένα, στρέφουν το βλέμμα στην καλοντυμένη κοπέλα που τους πλησιάζει. «Τα αποτελέσματά σας μόλις έφτασαν, ο γιατρός θα σας δεχθεί σε λίγο», ψιθυρίζει εμπιστευτικά, κι έπειτα φεύγει αφήνοντάς τους πάλι μόνους. Κοιτάζονται με αμηχανία, ξεπλέκουν τα χέρια και κάπως απομακρύνονται· εκείνη παίρνει ένα περιοδικό και το ξεφυλλίζει. «Ό,τι κι αν γίνει, ό,τι κι να μας πουν, εμείς την άλλη βδομάδα θα είμαστε στα Κουφονήσια», λέει ο άντρας με ύφος που δεν σηκώνει αντίρρηση. Η γυναίκα γυρίζει και του χαμογελά, κι εκείνος, που παίρνει το χαμόγελο σαν συμφωνία, γέρνει πίσω και στυλώνει τα μάτια στην τηλεόραση:
(50-50) σκέφτεται, (τόσες είναι οι πιθανότητες να πέτυχε η χημειοθεραπεία, έτσι είπε ο γιατρός. Οι όγκοι θα έχουν συρρικνωθεί ή μπορεί και να εξαφανιστούν εντελώς. Θα πρέπει, βέβαια, να κάνει εξετάσεις, και να την παρακολουθούν, αλλά τα χειρότερα θα έχουν περάσει, θα έχει θεραπευτεί. Ρε φίλε, θα είναι καλά… Θα αρχίσουμε ξανά τη ζωή μας, επιτέλους. Θα πάμε στα Κουφονήσια, μόνοι οι δυο μας, για ένα μήνα, μακριά από φάρμακα, νοσοκομεία, βελόνες κι άσπρες στολές. Θα κάνουμε διακοπές. Θα κολυμπάμε, θα περπατάμε, θα πίνουμε λευκό κρασί δίπλα στη θάλασσα. Θα μιλάμε, θα γελάμε, θα ξενυχτάμε. Θα μένουμε στο κρεβάτι για ώρες, και θα τη σφίγγω πάνω μου χωρίς να φοβάμαι πως θα σπάσει. Θα κάνουμε τις πρώτες διακοπές της υπόλοιπης ζωής μας και θα είναι τέλειες…)
Αυτές οι σκέψεις τον κάνουν να χαμογελάσει, ενώ κοιτά κλεφτά τη γυναίκα που διαβάζει. Τότε μια άλλη σκέψη τον διαπερνά, μια σκέψη που τον κάνει ν’ αναδευτεί νευρικά στο κάθισμά του.
(Κι αν δεν δούλεψε η θεραπεία; 50-50 είπε ο γιατρός. Μέχρι την επόμενη εισαγωγή έχουμε περίπου ένα μήνα, όσο οι διακοπές μας. Και τι διακοπές θα είναι αυτές, τι διακοπές κάνουν οι μελλοθάνατοι; Η αρρώστια θα μας συνοδεύει παντού, δεν θα χαρούμε τίποτα. Και σαν γυρίσουμε, το ξέρω, σαν μπει για τον επόμενο γύρο θεραπείας….)
Ξεροβήχει σαν να πνίγεται κι η γυναίκα βγάζει από την τσάντα της ένα μπουκαλάκι νερό και του το δίνει. Ο άντρας πίνει δυο γουλιές κι έπειτα απλώνει το χέρι κι αγγίζει απαλά την πλάτη της.
(…Θα έχουμε πάλι τα ίδια. Θα ζω σε διαδρόμους νοσοκομείων, θα κοιμάμαι σε ράντζα, θα τρώω σκουπίδια και γύρω μου αρρώστιες, θλιμμένοι συγγενείς κι άσπρες μπλούζες. Και θα την βλέπω να πονάει, να λιώνει, να χάνεται μέχρι να πεθάνει και μετά θα πρέπει να την θάψω. Έλεος, Θεέ μου, λυπήσου με… Δεν μπορώ! Συγγνώμη, δεν μπορώ. Δεν αντέχω να περάσω την ίδια κόλαση, ξανά… δεν θέλω. Θα φύγω. Θα ζητήσω μετάθεση για έξω, μήνες τώρα με πιλατεύει τα αφεντικό να πάω, αν δεν είχα την αρρώστια της θα είχα ήδη φύγει. Θα της στέλνω λεφτά, δεν θα της λείψει τίποτα, αλλά δεν θα μείνω να τη δω να πεθαίνει, θα φύγω. Δεν τη μπορώ την αρρώστια, αγάπη μου, και τον θάνατό σου δεν τον αντέχω).
Σηκώνεται από την καρέκλα και βηματίζει νευρικά στο δωμάτιο. Η γυναίκα τον κοιτά, κι αφήνοντας το περιοδικό που κρατάει, επαναλαμβάνει την φράση του: «Ό,τι κι αν γίνει, ό,τι κι να μας πουν, εμείς, αγάπη μου, την άλλη βδομάδα θα είμαστε στα Κουφονήσια». Ο άντρας, ακούγοντάς την, συνέρχεται και κάθεται πάλι δίπλα της. Φέρνει στο στόμα του το χέρι της, και δίνει ένα φευγαλέο φιλί. Η γυναίκα, τώρα που τον νιώθει ήρεμο, ακουμπά την πλάτη στο κάθισμα και κλείνει τα μάτια.
(50-50, είπε ο γιατρός, αυτές είναι οι πιθανότητές μου. Θα πεθάνω, το ξέρω, η τύχη ποτέ δεν με ευνόησε. Αυτές οι διακοπές θα είναι οι τελευταίες μου. Ένας μήνας στα Κουφονήσια, αγάπη μου, οι δυο μας. Ε, λοιπόν θα τον απολαύσουμε… Θα κολυμπάμε, θα πίνουμε λευκό κρασί δίπλα στη θάλασσα. Θα μένουμε στο κρεβάτι για ώρες, θα μιλάμε, θα γελάμε. Δεν θα σκέφτομαι τον πόνο και τον θάνατο. Θα είμαι χαρούμενη. Θα είναι οι τελευταίες διακοπές της ζωής μας και θα είναι τέλειες…)
Τα μάτια της τσούζουν, τα τρίβει κρυφά από τον άντρα που τον έχει απορροφήσει η τηλεόραση. Αναστενάζει κι έπειτα μια σκέψη αχνή, άτολμη την ξεσηκώνει:
(50-50,είπε ο γιατρός… κι αν πέτυχε; Οι όγκοι θα έχουν συρρικνωθεί ή θα έχουν εξαφανιστεί. Θα πρέπει, βέβαια, να κάνω εξετάσεις κάθε τόσο, αλλά θα είμαι καλά, θα έχω θεραπευτεί. Θα μπορώ ν’ αρχίσω ξανά τη ζωή μου, και το ταξίδι στα Κουφονήσια θα είναι το πρώτο από τα πολλά που θα κάνω, επιτέλους, το υπόσχομαι. Γιατί αν είμαι καλά, θα φύγω! Θα πουλήσω το σπίτι, θα παρατήσω τη δουλειά, σιγά τη δουλειά, και θα φύγω. Θα γυρίσω τον κόσμο, θα τον περπατήσω από τη μια άκρη στην άλλη. Θα πάω στους πόλους και στην έρημο, θα κολυμπήσω δίπλα σε καρχαρίες, θα διασχίσω ζούγκλες. Αν ζήσω, θα φροντίσω να είναι υπέροχη η ζωή μου… και γι’ αυτό, αγάπη μου, θα σ’ αφήσω. Θέλω να ζήσω αλλιώτικα κι εσύ δεν χωράς σε όσα σχεδιάζω, δεν μου φτάνεις. Λυπάμαι, αλλά αν έχω μια δεύτερη ευκαιρία, δεν θα την περάσω μαζί σου, δεν θέλω να περάσω μια ολόκληρη ζωή κοντά σου).
Απλώνει το χέρι στο κεφάλι του άντρα και παίζει με τα μαλλιά του. Εκείνος γυρίζει και της χαμογελά κι έπειτα γέρνει προς το μέρος της. Φιλιούνται, αργά, παρατεταμένα. Η πόρτα ανοίγει κι αυτή τη φορά προβάλλει στο άνοιγμά της ο γιατρός. Σηκώνονται και περπατάνε προς το μέρος του. Περπατάνε πιασμένοι απ’ το χέρι, όπως θα περπατάνε την άλλη βδομάδα στα Κουφονήσια.
Μαρίνα Πλοτνικώφ
πολύ καλό.
Εξαιρετικό.
πολύ καλό και ρεαλιστικό!
Με συγκίνησε. Μπράβο!
Υπέροχο!!! Συγχαρητήρια!
Συγκλονιστικό κείμενο. Του αξίζει να διακριθεί.
Ανατρίχιασα.
Νομίζω ότι είναι ένα θαυμάσιο κείμενο με ισχυρά διακυβεύματα και τους εσωτερικούς του μονολόγους σε αντίστιξη, δόμηση και αποδόμηση που διαβάζεται απνευστί…
ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ!
Από τα πιο συγκινητικά κείμενα.
Υπέροχο, ανθρώπινο, συγκινητικό…
Μου σηκώθηκε η τρίχα. Πολλά μπράβο!
Απ’ τα καλύτερα αυτού του διαγωνισμού. Καλή επιτυχία!
Πολλά συγχαρητηρια στη συγγραφεα αυτού του διηγήματος για την πλοκή και τα συναισθήματα που περνά στον αναγνώστη.
Πόνος, δάκρυ, οδύνη… Εξαιρετικό!
Αριστούργημα. Με συγκίνησε. Καλή επιτυχία!
ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ.
Μαρίνα μου, εξαιρετικό!!! Με συγκίνησες, πάλι… Συγχαρητήρια!!!!