Έχουν περάσει εφτά μήνες από τότε που μου «συνέβη» τελευταία φορά. Ο χρόνος, βέβαια, δεν μου αποκαλύπτεται γραμμικά, όπως σε έναν υγιή νου, κατά συνέπεια μικρή σημασία έχει για μένα αν είναι εφτά μήνες, ή εφτά χρόνια, ή όλο το χρονικό της ιστορίας του κόσμου. Στην αντίληψή μου φαντάζει διαστρεβλωμένος, χαοτικός, και αφού αμφιβάλλω γι’ αυτήν πλέον, είναι φυσικό να αμφισβητώ και την ίδια την φυσική υπόσταση του χρόνου.
Όλα ξεκίνησαν στην πρώτη τάξη του Λυκείου, καθώς παρακολουθούσα το μάθημα της γεωμετρίας με μεγάλο ενθουσιασμό και συγκέντρωση. Ήταν η αγαπημένη μου ώρα. Την στιγμή που βρισκόμουν σε έντονη νοητική διέγερση σχετικά με την επίλυση ενός δύσκολου προβλήματος, ο νους μου αποσυνδέθηκε και έχασε την επαφή του με την πραγματικότητα. Ξαφνικά, τα γεωμετρικά σχήματα στον πίνακα απέκτησαν ζωή και άρχισαν να κινούνται, να περιστρέφονται, να αλλάζουν μεγέθη, να ξεπηδούν απ’ τον δισδιάστατο χώρο και να κατευθύνονται κατά πάνω μου. Νόμιζα πως θα με πλάκωναν, ασφυκτιούσα. Ακόμη και τα λόγια του καθηγητή κατά την παράδοση, μετατρέπονταν σε τετράγωνα, τρίγωνα, κύκλους και τόξα. Οι λέξεις του δεν είχαν νόημα για μένα εκείνες τις στιγμές παρά μόνο στον βαθμό που -με κάποιον τρόπο που αγνοώ- περιέγραφαν γεωμετρικούς τόπους.
Συνήλθα πολύ αργότερα καθισμένος στο σαλόνι ενός ιατρείου. Η πραγματικότητα δεν απέκτησε ξανά την σταθερότητα που είχε μέχρι τότε. Από κει και έπειτα δεν ένιωσα απόλυτα σίγουρος για το τι ήταν αληθινό και τι όχι. Το μόνο που με κάνει να διαχωρίζω εκείνες τις στιγμές παραλογισμού από την πραγματικότητα, είναι μια αίσθηση πυρετού που με κατέκλυε. Με το πέρασμα του χρόνου όμως, με εγκατέλειψε, λες και το σώμα μου παραδόθηκε ολοκληρωτικά. Από κει και ύστερα τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο δυσδιάκριτα για μένα.
Καθώς ήμουν στο ιατρείο την πρώτη φορά, κάπως μουδιασμένος, έβλεπα στο βάθος τη μαμά να συζητά με τον γιατρό. Εκείνη έκλαιγε. Έτσι κάνει η μαμά. Κλαίει. Είτε πρόκειται για κάτι καλό, είτε για κάτι κακό, κλαίει. Αυτό με δυσκόλευε πάντα και δεν μπορούσα να καταλάβω την σπουδαιότητα ή, αντίθετα, την ασημαντότητα ενός γεγονότος.
Όπως και να’ χει, κάποια στιγμή άκουσα τον γιατρό να της λέει πως συζητούσε με τους συναδέλφους του για το αν θα έπρεπε να ακολουθήσω μια πειραματική αγωγή. Εκείνη συνέχιζε να κλαίει. Δεν ήταν σίγουρη για το τι έπρεπε να κάνει και για να είμαι ειλικρινής άργησα πολύ μέχρι να μάθω την απόφασή της. Ένιωθα πως κανείς δεν μου έλεγε την αλήθεια, πως μου την έκρυβαν με διάφορα φθηνά τεχνάσματα. Αυτό τουλάχιστον θα μπορούσαν να μου το πουν. Στο κάτω-κάτω είναι η ζωή μου.
Ο γιατρός μού σύστησε μια θεραπεία. Έπρεπε κάθε πρωί να διαλύω σε ένα ποτήρι νερό ένα λευκό φακελάκι ονόματι Firyparalyx. Επίσης, μου πρότεινε να ξεκινήσω άμεσα να ασχολούμαι με το σκάκι, το Sudoku, και να κρατάω ημερολόγιο. Τον ρώτησα τον λόγο και μου εξήγησε πως θα με βοηθούσε να συγκροτήσω την σκέψη μου, να συγκρατώ την πραγματικότητα και να μην χάνω την αλληλουχία των γεγονότων της ζωής μου.
Ακολούθησα κατά γράμμα τις συμβουλές του και ομολογώ πως είχε αποτέλεσμα τον πρώτο καιρό. Το ημερολόγιο με κρατούσε σε εγρήγορση και προσέφερε πολύ ιδιαίτερους χρωματισμούς στα καθημερινά, μικρά γεγονότα μιας συνηθισμένης ρουτίνας.
Το Sudoku αρχικά μου κράτησε το ενδιαφέρον, αλλά σταδιακά το έχασα. Στο τέλος μού φαινόταν μονότονο και στείρο.
Το σκάκι από την άλλη, με γοήτευσε και με συνεπήρε όσο τίποτε άλλο. Αγόρασα πολλά βιβλία εκμάθησης και ασκήσεων, και η μαμά μού πήρε, με τις οικονομίες της, μια πανάκριβη ηλεκτρονική σκακιέρα με την οποία μπορούσες να παίζεις όποτε το ήθελες. Κοιμόμουν και ξυπνούσα μόνο για να παίξω μια ακόμη παρτίδα. Μου είχε γίνει έμμονη ιδέα και η μόνη συντροφιά.
Ήταν δύσκολο για μένα να πηγαίνω στο σχολείο και να αντιμετωπίζω τα συγκαταβατικά βλέμματα των συμμαθητών και των καθηγητών μου. Μου έδιναν την εντύπωση πως γνώριζαν όλοι αυτό που εγώ αγνοούσα. Ένιωθα να με λυπούνται και δεν το άντεχα καθόλου. Ένιωθα, επίσης, και ντροπή, γιατί εκείνοι με είχαν δει μπροστά στα μάτια τους να «χάνομαι». Είχαν δει τις αντιδράσεις μου, την συμπεριφορά μου… ποιος ξέρει… ίσως να φώναζα σαν τρελός, να χτυπιόμουν, να έκανα σαν δαιμονισμένος… κανείς… κανείς δεν μου έλεγε τίποτα για εκείνες τις ώρες και ήταν σαν εγώ και ο εαυτός μου να ήμασταν ξένοι.
Έτσι, λοιπόν, κλεινόμουν στον εαυτό μου ολοένα και περισσότερο, υπομένοντας τις σχολικές ώρες, μέχρι να λυτρωθώ από το κουδούνι και να επιστρέψω σπίτι όπου μπορούσα να ταξιδέψω στα εξήντα τέσσερα τετράγωνα της σκακιέρας μου.
Πέρασαν δυο χρόνια και δεν «χάθηκα» ξανά. Ο γιατρός ήταν πολύ αισιόδοξος. Είχαμε κάθε λόγο με την μαμά να το γιορτάσουμε, κι έτσι κάναμε. Ένα Σάββατο βράδυ κλείσαμε τραπέζι σε ένα όμορφο εστιατόριο. Ώσπου να έρθουν τα πιάτα μας, μιλήσαμε, γελάσαμε, ήπιαμε το ποτό μας και ήταν από τις πιο γλυκιές στιγμές της ζωής μου. Κάποια στιγμή είδα τη μαμά να δακρύζει και της σκούπισα τα μάτια με την ράχη του χεριού μου. Εκείνη το πήρε και το φίλησε. Μου είπε πως ήταν δάκρυα αληθινής ευτυχίας.
Δεν θα μπορούσε η βραδιά να είναι καλύτερη, αλλά η ζωή έχει ένα απαράμιλλα ειρωνικό χιούμορ.
Αφού τελειώσαμε το φαγητό μας, έβγαλα από την τσέπη μια πολύ μικρή σκακιέρα που πάντα κουβαλούσα μαζί μου. Νωρίτερα το απόγευμα είχα διαβάσει για μια παρτίδα προ πενηνταετίας που με συνάρπασε, και θέλησα να την δείξω στην μαμά. Όχι πως θα καταλάβαινε τίποτε απ’όλα αυτά, αλλά ήταν τόσο θετική απέναντί μου και τόσο χαρούμενη, που για μερικές στιγμές νόμιζα πως μοιραζόμασταν το ίδιο πάθος γι’αυτό το παιχνίδι. Εκεί, λοιπόν, που της έδειχνα τους όμορφους ελιγμούς ενός ίππου και της εξηγούσα το μεγαλόπνοο πλάνο του σκακιστή, σήκωσα, ασυναίσθητα, τα μάτια μου στον χώρο και σάστισα μονομιάς.
Όλα τα πρόσωπα γύρω μου είχαν σβήσει και την θέση τους είχαν πάρει σκακιστικά κομμάτια. Το εστιατόριο είχε γεμίσει ξαφνικά από γιγάντιους αξιωματικούς, ίππους, πύργους… Λευκούς και μαύρους. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Μου αποκαλύπτονταν, με ένα μεταφυσικό τρόπο, και οι σχέσεις μεταξύ τους. Ήμουν μάρτυρας της αύρας κάθε κομματιού και της δυναμικής του, έτσι ώστε ο άνθρωπος στο απέναντι τραπέζι -που τώρα δεν ήταν άνθρωπος, αλλά αξιωματικός- απειλούσε την κυρία -που δεν ήταν κυρία πλέον, αλλά ίππος- που καθόταν διαγώνια σε αυτόν. Αντίστοιχα, ο κύριος -που ήταν πύργος- απειλούνταν από τον νεαρό -που δεν ήταν νεαρός, αλλά ίππος- και στεκόταν στο μπαρ ελαφρώς αριστερά πίσω του. Τα πάντα είχαν μεταμορφωθεί σε μια σκακιστική μάχη με μόνο θεατή εμένα. Είχα συγκλονιστεί!
Θυμάμαι όμως και το άλλο. Παρόλο που υπήρχαν όλα τα σκακιστικά κομμάτια σε ποικιλία, υπήρχε μόνο μια βασίλισσα στον κόσμο εκείνο. Λευκή και όμορφη. Καθόταν απέναντί μου. Ήταν η μαμά.
Συνήλθα και πάλι στο ιατρείο. Ούτε εκείνη την φορά αντιλήφθηκα το χρονικό κενό και την μετάβαση από την πραγματικότητα στην διαστρέβλωσή της. Μου φαίνονταν όλα πως είχαν εξελιχθεί κανονικά, σαν την εμπειρία ενός ονείρου. Η μαμά έκλαιγε. Ο γιατρός μού απαγόρευσε το σκάκι ρητά και μου διπλασίασε τη δόση. Πόνεσα, αλλά το τήρησα. Κυρίως για τη μαμά. Αρκετά περνούσε με μένα.
Καθώς είχα μεγαλώσει λίγο, έπαιρνα πιο σοβαρά αυτό που μου συνέβαινε και είχα αρχίσει να φοβάμαι. Κάτι αλλόκοτο είχα μέσα μου. Κάτι δεν πήγαινε καλά με μένα.
Πέρασαν άλλα τρία χρόνια έκτοτε και δεν «χάθηκα» ούτε μια φορά. Ίσως η νέα δόση φαρμάκου, ίσως το ότι δεν επιδόθηκα παρά πολύ σε κάτι από φόβο μην ξανασυμβεί… δεν ξέρω… αλλά όλα έδειχναν θετικά.
Εξωτερικά είχα χάσει το χρώμα μου, είχα έντονη τριχόπτωση και ταχυκαρδίες. Ίσως να ήταν παρενέργειες του φαρμάκου. Εξακολουθούσαν να με κρατάνε απ’ έξω και για να είμαι ειλικρινής φοβόμουν να ρωτήσω.
Εγώ συνέχιζα να καταγράφω τα πάντα στο ημερολόγιό μου. Από τότε που σταμάτησα οποιαδήποτε άλλη ασχολία, η δίψα μου για γράψιμο αυξήθηκε κατακόρυφα. Το ημερολόγιο έγινε για μένα το παν. Έφτασα να σημειώνω ακόμη και τα πιο ασήμαντα γεγονότα και πράγματα. Θυμάμαι να καταγράφω έως και την αναπνοή μου, τον ρυθμό, τον ήχο, την ένταση, τις παύσεις της. Ό,τι έμπαινε στο ημερολόγιό μου μεταμορφωνόταν, κι εγώ αντλούσα δύναμη και ευχαρίστηση.
Κάποια στιγμή, ένας οικογενειακός φίλος ενδιαφέρθηκε να με βοηθήσει να βρω δουλειά. Ο γιατρός έκρινε την κατάστασή μου σταθερή και δεν έφερε αντίρρηση, αντιθέτως, είπε πως θα με βοηθούσε να αποκτήσω ισορροπία και αυτοπεποίθηση. Πως όλα πήγαιναν καλά και ήταν με το μέρος μας. Είχε, επίσης, σχεδιάσει να πάμε όλοι μαζί σε ένα συνέδριο στις Βρυξέλλες, για το «καλό» όλων, είχε πει. Το συνέδριο ακυρώθηκε χωρίς να μάθω τον λόγο.
Ξεκίνησα ταμίας σε μια επιχείρηση και η θέση μου βρισκόταν στο ισόγειο του κτιρίου. Εξ’ αιτίας τούτου, πολύ συχνά λειτουργούσα και σαν κέντρο πληροφοριών, καθώς έρχονταν πελάτες που δεν ήξεραν να κατατοπιστούν και τους έδινα ακριβείς οδηγίες. Διασκέδαζα με το να ξέρω να τους κατευθύνω στον σωστό όροφο, στον κατάλληλο υπάλληλο, ώστε να γίνει γρήγορα η δουλειά τους.
«Θα πάτε στον δεύτερο όροφο, τρίτο γραφείο, στον τάδε υπάλληλο», «Θα πάτε στον πρώτο όροφο, πέμπτο γραφείο, στον δείνα υπάλληλο».
Είχα μάθει την δουλειά και αποκτούσα ολοένα και περισσότερη οικειότητα με τον καιρό. Κάθισα κοντά έναν χρόνο.
Κάποια μέρα χρειάστηκε ένας γνωστός της μαμάς μια εξυπηρέτηση που φυσικά δέχθηκα να κάνω. Βεβαίως, σκέφτηκα. Ευκαιρία να δω κι εγώ τους ξακουσμένους πρώτο και δεύτερο όροφο, που τόσο κόσμο στέλνω καθημερινά να εξυπηρετηθεί, αλλά που ποτέ δεν είχα επισκεφθεί ο ίδιος, μιας και δεν μου είχε χρειαστεί, αφού απλώς αναπαρήγαγα τυφλά όσα λέγονταν από τους παλαιότερούς μου. Ήταν ευκαιρία να δω και τα πρόσωπα των υπαλλήλων από κοντά, που μόνο την φωνή τους ήξερα από το τηλέφωνο και άμα συναντούσα στον δρόμο δεν θα αναγνώριζα.
Έφυγα από το ταμείο όλος διάθεση και άνοιξα την μεγάλη γκρι πόρτα στο πλάι. Προχώρησα μερικά μέτρα και έψαξα την σκάλα. Δεν υπήρχε σκάλα. Γύρισα και έψαξα τον ανελκυστήρα. Δεν υπήρχε ανελκυστήρας. Απορημένος άνοιξα την μεγάλη γυάλινη πόρτα της εισόδου και βγήκα έξω από το κτίριο. Κοίταξα ψηλά… Δεν υπήρχε δεύτερος όροφος… ούτε πρώτος. Ανατρίχιασα. Ο νους μου είχε διαλυθεί. Πού πήγαινε όλος αυτός ο κόσμος τόσο καιρό; Με κοροιδεύουν, ή εγώ είμαι τρελός τελικά; Θεέ μου, έτσι είναι η τρέλα;
Έτρεξα πάλι μέσα στο ισόγειο και ωρυόμουν στους συναδέλφους, στους πελάτες, σαν μανιακός, «Πού είναι ο δεύτερος όροφος; Πού είναι; Πηγαίντε με τώρα! Θέλω να τον δω!»
Με θυμάμαι να κλαίω και να μην βλέπω μπροστά μου από τα δάκρυα. Δεν ήθελα να το αντιμετωπίσω. Η ύψιστη μορφή του φόβου με είχε κυριεύσει… ένιωσα για πρώτη φορά τι σημαίνει τρόμος.
Εφτά μήνες έχουν περάσει από τότε. Έγκλειστος σε αυτό το δωμάτιο με οχταπλάσια ημερήσια δόση. Είμαι μουδιασμένος.
Τώρα πια ξέρω τα πάντα. Η μαμά πέθανε προχθές. Έπασχε από καρκίνο. Γι’ αυτό είχε δεχθεί να πάρω το φάρμακο. Με την ελπίδα να ζήσω μια ανεξάρτητη ζωή. Γι’ αυτό έδωσε όλα της τα χρήματα για την θεραπεία μου, χωρίς να νοιαστεί για την δική της. Για να είμαι ασφαλής σε αυτήν την κλινική μόλις πεθάνει. Γι’ αυτό έκλαιγε και δεν έλεγε τίποτε για την κατάστασή της. Για να είμαι δυνατός. Γι’ αυτό επέμεινε να ξεκινήσω σύντομα δουλειά. Για να μπορώ να ζήσω χωρίς εκείνη.
Για όλα αυτά πέθανε προχθές.
Έχω μουδιάσει από τα φάρμακα και δεν νιώθω τίποτα. Το μόνο που έχω εδώ είναι η σκέψη μου. Και το ημερολόγιό μου. Όλη μέρα γράφω. Τώρα γράφω τούτο εδώ, ύστερα θα γράψω κάτι άλλο. Ή και το ίδιο ξανά από την αρχή. Ποιος ξέρει. Δεν έχει σημασία. Το μόνο που μετράει είναι η αδιάλειπτη καταγραφή.
Έχω κουραστεί να αντιστέκομαι και να παλεύω το πεπρωμένο μου. Θέλω να αφεθώ. Έχω να κοιμηθώ εφτά μήνες. Γράφω ασταμάτητα είκοσι τέσσερις ώρες τη μέρα. Είναι το μόνο πράγμα που με κρατά στην πραγματικότητα. Φοβάμαι πως αν σταματήσω, έστω και για ένα λεπτό, θα «χαθώ» ξανά. Και δεν μπορώ να το ρισκάρω τώρα που είμαι τόσο κοντά.
Μια μέρα έμεινε. Αύριο είναι η κηδεία της μαμάς. Πρέπει να κρατηθώ μέχρι αύριο το πρωί, να είμαι εκεί, δίπλα της, με το ημερολόγιό μου και ένα τριαντάφυλλο. Για τον άνθρωπο που τα έδωσε όλα για μένα, χωρίς να πει και να ζητήσει τίποτα.
Μόλις την βάλουν στη γη και την σκεπάσει το χώμα, όμως, θα της ακουμπήσω το τριαντάφυλλο και θα πετάξω το ημερολόγιο αυτό. Θα σταματήσω να γράφω κι ας χαθώ για πάντα στα σκοτάδια της τρέλας ή της ανυπαρξίας, μαζί της.
Μόνο μια χάρη, Θεέ μου, σου ζητώ. Δώσε μου δύναμη για μια ακόμη μέρα. Δώσε μου δύναμη μέχρι αύριο.
Παναγιώτης Φωτόπουλος
Ειναι συγκινητικο και δημιουργει πολλα συναισθηματα.
ΕΝΤΟΝΟ ΚΑΙ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟ.
Όντως ωραίο!
Ένα από τα καλύτερα που έχω διαβάσει. Περιεκτικό και μεστό σε νοήματα.
Παρά πολύ δυνατό και συγκινητικό!
Αγωνιωδες, πρωτότυπο, με συνεπήρε.. Ειναι συγκινητικο να ανακαλυπτεις τέτοιους νεους συγγραφείς. Συγχαρητήρια!
Ωραίο
Ωραίο και κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Μου άρεσε επίσης ο τίτλος του!Συγχαρητηρια!
Πάρα πολύ ωραίο. Συγκινητικό!
Δεν μπόρεσα παρά να κλάψω στο τέλος…
Η αγάπη της μάνας είναι το ανώτερο αγαθό. Καιρό είχε να το θίξει κάποιος σε κείμενο. Αναλώνονται όλων τα “ταλέντα” στην τετριμμένη, χιλιοειπωμένη, παρωχημένη ερωτική αγάπη. Μπράβο στον συγγραφέα και για τον τρόπο που το έδωσε.
Χαρτομάντιλα διατίθενται ξεχωριστά.
Καταπληκτικό. Έσπαγα το κεφαλι μου να δω πώς θα κολλήσει ο τίτλος με το κείμενο. Και πόσο θεσπέσια κόλλησε…
Μόλις το διάβασα, το εκτύπωσα, το έδωσα στη μάνα μου φιλώντας την στο μάγουλο και της είπα “Σε παρακαλώ διάβασέ το, καν’το για χατίρι μου”. Το έκανε (ποια μάνα θα αρνιόταν;). Μετά από μισή ώρα ήρθε βουρκωμενη και έπεσε σιωπηλά στην αγκαλιά μου. Μείναμε έτσι για κανένα δεκάλεπτο. Ευχαριστώ τον συγγραφέα.
Το πιο δυνατο κειμενο. Congrats!
Πάρα πολύ συγκινητικό και ξεχωριστό!
Τέλειο!!!
Όντως απίστευτο και ιδιαίτερο
Τέλειο, απλά υπέροχο.
Συγχαρητήρια,μας εξαναγκασε να κλαψουμε. Μας πήρε τα δάκρυα με το ζόρι από τα μάτια…Καταπληκτικό.
Πολύ καλή προσπάθεια.
Μοίρασε πόνο. Κυριολεκτικά. Πάρα πολύ καλό! Εύγε!
Just perfect…Απλά τέλειο.
Πρόσφατα έχασα τη μητέρα μου από την επάρατο. Ξέρω καλά πώς είναι αυτό το συναίσθημα. Συγκινήθηκα με τη λευκή βασίλισσα. Πολύ δυνατό.
Kalo, poly kalo!
Μπράβο! Όχι για μένα. Για τη φουκαριάρα τη μάνα μου… Υπέροχο!
Κεντρί στην καρδιά το κείμενο φίλε Παναγιώτη. Γλυκόπικρο κεντρί. Μπράβο. Είσαι φοβερός.
Tetoio keimeno den pernaei aparathrhto. Me sygkinhse poly. An kai exw diavasei polla sta 52 moy xronia, auto einai ena dihghma pou tha moy meinei…
Δάκρυσα, αλήθεια. Εξαιρετικό ..
Ωραίο.
Αυτή την πάθηση την είχε κι ένας γνωστός μου. Μπράβο που γίνεται μνεία στο κείμενο αυτό. Πολύ ωραίο story.
Εινα πολλυ οραιο και με εκανε να κλαψο
Πολύ ωραίο. To the point.
Θύμισε κάτι από Καμύ. Γενικά πολύ καλό.
Τέλειο το βρήκα. Έκλαψα στο τέλος.
Εμένα μου άρεσαν πιο πολύ τα σκηνικά της παράνοιας. Ειδικά με τον όροφο. Χάσιμο… Υπέροχο
Πολύ δυνατό,μπράβο. Τέτοια κείμενα μ αρέσει να διαβάζω.
Τι ρουα ματ; Αυτό το κείμενο ήταν ρεν (για όσους ξέρουν από σκάκι). Υπέροχο.
Καλό.
Δεν έχω διαβάσει κάτι παρόμοιο. Άγγιξε ευαίσθητες χορδές και με τρόπο που μόνο ο Κάφκα θα μπορούσε. Αν και το φινάλε ήταν το αποκορύφωμα,η όλη ιστορία ήταν μια διδαχή από μόνη της. Χωρίς φανφάρες, ούτε φλυαρίες,ούτε πομπώδεις λέξεις. Απλα, όμορφα και μεστά,κατευθείαν στην καρδιά. Συγχαρητήρια στον συγγραφέα.
Εμένα με συγκίνησε. Μπράβο
Ma ti wraio. Pragmstika to kallitero diigima pou exw diavasei edw kai kairo. Eyge sto syggrafea.
Polu kalo.Bravo
Ξεχωριστό πραγματικά. Είναι για πρώτη θέση
ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΚΑΛΟ. ΚΑΛΟΤΑΞΙΔΟ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ
Εξαιρετικο και εμπνευσμενο. Μου θυμιζει ενα γαλλικο βιβλιο που δεν θυμαμαι το ονομα του
Μπράβο αγόρι μου!!!
Το αγάπησα!
Και εγώ το ίδιο. Με βάθος αλλά και πλάτος! Απίστευτο!
Tromero! Telika yparxei elpida sta ellinika grammata!
Είναι εκπληκτικο, μαγικο και πολυ πολύ βαθυ.Ευχομαι τα καλύτερα!
Συγχαρητηρια! Χρειαζομαστε τετοιες προωτοτυπες ιδεες σε ενα κοσμο που αναμασα και οχι αναπαραταγει τα ιδια και τα ιδια
Mpravo re su panago. Eimai yperhfanos pou eimai filos soy.
Αρκετα δυνατο. Με κρατησε η ιστορια σαν να διαβαζα καποιον φτασμενο συγγραφεα. Πολυ καλος
Πανεμορφη διαχρονικη ομορφια. Μπραβο!
Συγχαρητηρια καλε μου φιλε! Τρομερος!
Μα πόσο αισθαντικό. Υπέροχο. Γλυκό.
Καθόλου αναμενόμενο. Το πήγε αλλού απ όπου φανταζόμουν! Μπράβο!
Καταπληκτικος. Συγχαρητηρία!
Δυνατή πένα. Υπέροχο και συγκινητικό.
Από τα σουρεαλιστικά μονοπάτια μας πήρε από το χέρι και μας πήγε στην απόλυτη αγάπη,την αυτοθυσία της μάνας για τον μονάκριβο γιό της. Είναι για πρωτιά,μπράβο .
Απλά τέλειο. Τίποτα λιγότερο.
Είσαι ο καλύτερος φίλε μου με συγκίνησες πολύ
Αρέσέν μου πολλά, εν συγκινητικό.
Το διηγημα ειχε μια φωτια μεσα του που δυσκολα μπορει να περιγραφει. Αισθαντικο και πρωτοτυπο μεσα στον πονο της απωλειας …
Μπράβο στον συγγραφεα.
Τι να πρωτοσχολιασει κανεις. Πρωτοτυπο; Ναι. Φευγατο; Ναι. Με συναισθημα; Πολυ. Το καλυτερο που εχω διαβασει.
Έξοχο.
Θα ηθλεα να ήμουν σκηνοθέτης να το έκανα ταινία. Τόσο πολύ μου άρεσε.
ΜΠΡΑΒΟ ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΟ.
Υπέροχο και συγκινητικό συνάμα. Μπράβο.
Μερικά άτομα απλά ξέρουν να γράφουν και να σε σβαρνίζουν μαζί τους. Τούτη είναι κι η περίπτωση που έχουμε εδώ.
Κι όμως,έκλαψα. Δεν έχω κλάψει έτσι ποτέ. Πολύ συγκινητικό!
Δώσε απλόχερα συγκίνηση κυριε Φωτοπουλε…Φανταστικό. Και πρωτότυπο.
Μου το έστειλε ένας φίλος σε λινκ και άρχισα να το διαβάζω από περιέργεια. Μετά από λίγο δεν μπορούσα να το αφήσω για να δω που θα καταλήξει. Ήταν τέλειο,από την αρχή ως το απίστευτο τέλος.
Καταπληκτικό.
Πολύ ανθρώπινο. Όποιος δεν το έχει διαβάσει,χάνει ένα πολύ σημαντικό έργο για την αγάπη της μητέρας.
Οι επιρροές από Hesse και Kafka είναι εμφανείς. Γεγονός πολύ θετικό βέβαια. Μπράβο στο συγγραφέα. Καλή επιτυχία.
Το εδηξα στη μανα μου το κειμενακι και αυτη εκλεγε απο συγκηνηση. Κι εμενα μου αρεσε πολλη. (συγνωμη για την ορθογραφια μου τωρα μαθενω)
Μου άρεσε πολύ εκεί με τον όροφο. Έχω δουλέψει σε παρόμοια θέση σε κατάστημα κι εκεί ταυτίστηκα! Γενικά πολύ ωραίο.
Συγκινητικό μέχρι δακρύων. Και πολύ περιεκτικό.
Δεν ξέρω τι να γράψω για να μην κάνω σπόιλερ σε όποιον δεν το έχει διαβάσει ακόμα. Απλά το φινάλε είναι…Όλα τα λεφτά! Μπράβο!
ΠΟΛΥ ΕΝΤΟΝΟ! ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟ
Ένα κείμενο σταθμός. Ρε τι μας κάνετε χριστουγεννιάτικα! Εύγε!
Τα έχουν πει οι άλλοι στα σχόλια Πριν από μένα. Να προσθέσω κι εγώ μόνο το θαυμασμό μου για το κείμενο. Πολύ καλό.
Πολύ καλό και πολύ ωραία ζυγισμενο μεταξύ συγκίνησης, ροής της αφήγησης, χαρακτήρων,περιγραφής της τρελλας του πρωταγωνιστή και συγκλονιστικού φινάλε. Θα ήθελα να το δω πρώτο γιατί του αξίζει.
Ωραίο διήγημα.
Πολύ συγκινητικό…
Βαθιά ανθρώπινο, μου άρεσε πολύ.
Ένα κείμενο θρίαμβος για την αγάπη της μάνας.
Παρα να παρα πολυ συγκινητικό! Αφιερωμένο σε όλες τις μανούλες εκεί έξω!
Έκλαψα μέχρι που με πόνεσαν τα μάτια μου. Μετά έκλαψα λίγο παραπάνω… Καταπληκτικό κείμενο.
Αν έπρεπε να το περιγράψω με μια λέξη,αυτή θα ήταν “ανθρώπινο” . Υπέροχο,ζεστό και βαθιά ανθρωποκεντρικό. Εύγε!
Η αγάπη της μάνας σε ένα κείμενο για την τρέλα και το …σκάκι! Μπράβο σου Παναγιώτη και μόνο για την ιδέα (η εκτέλεση επίσης άψογη παρεμπιπτόντως).
Κάτι παραπάνω από ωραίο. Μπράβο!
Είναι πολύ καλό!
Δεν μπορώ να σταματήσω να το σκέφτομαι. Πολύ δυνατό.
Μαρεσει πολυ… σφιχτηκε η καρδια μου διαβαζοντας το. Love it!
Το καλύτερο ποιημα που διαβασα στην ζωη μου. Αυτο και αλλο ενα.
Εκκωφαντικό. Πρωτότυπο. Θέλω να τον διαβάσω αυτόν τον συγγραφέα και γιατί όχι, να τον γνωρίσω κιόλας.
Το πιο συγκινητικό κείμενο που έχω διαβάσει.. Μπράβο.
Καταπληκτικό…
Ξετρελάθηκα! Θα ήθελα να διαβάσω κι άλλα κείμενα του συγγραφέα αυτού! Τον νιώθω τόσο κοντά μου, θα ήθελα να μιλήσω μαζί του, να πάμε για ένα μπιλιάρδο που λέει ο λόγος.
Αρρωστημένα φοβερό
Μου αρεσει παρα πολύ!1