Αν γεννιούνται καλοκαίρι, γελάνε σαν παιδιά και χτίζουν κάστρα στην άμμο. Την άνοιξη, ερωτεύονται τις παπαρούνες και όλοι εμείς αναρωτιόμαστε πού να γυρίζουνε τα βράδια. Φθινόπωρο και χειμώνα, δεν έχουμε πολλά να πούμε. Κάνει κρύο έξω και κρυώνουν.
Οι καφέ γυναίκες χωράνε όλη τη γη μέσα στα δυο τους μάτια. Γι’ αυτό τις αγαπάμε. Μυρίζουνε χώμα και χορτάρι μετά τη βροχή. Τα μάτια τους απορούν για τα πάντα. Δεν περνάει μέρα που να μην σκεφτώ πώς μπορεί να είναι το πρωί που ξυπνάνε. Τι φοράνε στον ύπνο. Στριφογυρνάνε στο κρεβάτι; Τους αρέσει να χουζουρεύουν ή σηκώνονται αμέσως μόλις χτυπήσει το ξυπνητήρι; Τρώνε πρωινό; Δε θα μάθω ποτέ. Δεν έχει σημασία. Νότες είναι όλα στο μυαλό μου. Μουσικές που ξεχύνονται απ’ τα μισάνοιχτα χείλια τους όταν θυμώνουν γιατί δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Πόσες φορές δε γίναμε όλοι μάρτυρες σ’ αυτό το θαύμα. Μοναδικές στιγμές οικειότητας με τη φύση του ανθρώπου.
Οι καφέ γυναίκες περπατάνε στο δρόμο με το κεφάλι ψηλά. Το βλέμμα σκανάρει την ύπαρξη και τα πεζοδρόμια. Το μεγάλο τους μέτωπο συλλέγει ήχους και νοήματα σε ψηλές συχνότητες. Δεν το ξέρουν. Δεν το καταλαβαίνουν. Η φαντασία τους ρέει πότε λάβα, πότε νεράκι δροσερό. Η θλίψη είναι δεύτερη φύση. Όχι για τη ζωή και τις δυσκολίες της. Όχι. Κοκεταρία περισσότερο. Μνήμη χαμένου παραδείσου. Η Εύα σίγουρα ήταν μια καφέ γυναίκα. Ντυμένη την προβιά της εξορίας, μια τελευταία ματιά σ’ αυτό που χάνεται. Ένα μεγάλο χαμόγελο σ’ αυτό που κερδήθηκε. Προσωπική επιτυχία. Αν δε χαθεί ο ήλιος, πώς θα χαρούμε το ηλιοβασίλεμα που απλώνει τις φτερούγες του όπως πετάει να σβήσει πίσω απ’ το μεγάλο μέτωπο;
Οι καφέ γυναίκες έχουν ίσια μαλλιά στο χρώμα του σταριού. Ονειρεύονται μια φάρμα με άλογα. Ένα ξύλινο σπίτι με μια κουνιστή πολυθρόνα στη βεράντα, σαν τη γιαγιά Ντακ, στο νότο του Φώκνερ. Τα μεγάλα τους μάτια βουρκώνουν στη σκέψη της αρκούδας στη Φλώρινα και στην Πίνδο. Αρχάγγελοι γίνονται με τη ρομφαία της φωτιάς μόλις παίρνει η ζωή και σκοτεινιάζει. Τότε είναι ανίκητες. Σαν τα μανιτάρια ξεφυτρώνουνε τα βάσανα. Εχθροί, στρατιές ολόκληρες. Αναταράζουν το στερέωμα να ξεριζώσουνε το μέλλον. Δε νικιέται το δέντρο. Του ανήκει η δόξα των ουρανών.
Χρίστος Θεσσαλονικεύς
Εξαιρετικά πρωτότυπο!
Ωραίο!