1.
Η ναύλωση καμπίνας ώστε να μπορέσει να κοιμηθεί με την ησυχία της ήταν, πέρα από περιττό έξοδο, κυρίως μια ψεύτικη προσδοκία. Το πλοίο είχε τρία καταστρώματα, έξι μπαρ, δυο τραπεζαρίες, μια πισίνα, καμιά δεκαριά κυλιόμενες σκάλες, ένα κατάστημα με αφορολόγητα δώρα, κάτι που έμοιαζε με περίπτερο, ένα καζίνο και πολλές κοινόχρηστες τουαλέτες. Κατά τη διάρκεια των δεκαπέντε ωρών που διαρκούσε το ταξίδι, σίγουρα θα επισκέπτονταν όλα αυτά τα μέρη. Σε κάθε περίπτωση ήθελε να ζήσει την κάθε στιγμή χωρίς να σκέφτεται το παρελθόν ή το μέλλον. Μόνο την κάθε στιγμή.
Το ανθρώπινο όργανο που παίρνει τις αποφάσεις για τις προσωπικές διαδρομές και τους προορισμούς ζωής είναι συνήθως ο εγκέφαλος. Αυτό δεν ίσχυε για τη Μαλβίνα τον τελευταίο καιρό. Τις αποφάσεις, τις έπαιρναν αποκλειστικά τα ανήσυχα πόδια της.
Μερικές βδομάδες νωρίτερα, ένα βράδυ, καθώς είχε ξαπλώσει κατάκοπη μετά την βραδινή βάρδια στο εργοστάσιο ένοιωσε τα πρώτα τινάγματα. Καθώς είχε πάρει την εμβρυακή στάση, προσπαθώντας να ζεσταθεί μέσα στο ανήλιαγο δωμάτιο που της παραχωρούσε η Εταιρία, το δεξί της πόδι τινάχτηκε προς τα πίσω ανεξέλεγκτα. Σαν πόδι νεαρού αλόγου που θέλει να κλωτσήσει τον μάστορα που προσπαθεί να του φορέσει πέταλα. Η αίσθηση του καρφιού στη φτέρνα της ήταν κρύα και οδυνηρή. Ακολούθησε το αριστερό πόδι με μεγαλύτερη δύναμη. Αρχικά απέδωσε τις ασυνήθιστες αυτές κινήσεις στην κούραση. Σηκώθηκε από το κρεβάτι, τέντωσε τα μακριά της πόδια και πήρε δυο βαθιές ανάσες. Πήγε στο νεροχύτη και άνοιξε το κάτω ντουλάπι. Δίπλα από την χλωρίνη είχε τοποθετήσει το δώρο του θείου της που είχε παραλάβει λίγες μέρες πριν, σε ένα πακέτο μαζί με ένα κακογραμμένο σημείωμα. «Για τις κρύες νύχτες στη νέα σου πατρίδα, θείος Μήτσος». Έβγαλε τον φελλό από το μπουκάλι και ήπιε μια γερή γουλιά από το άσπρο ποτό που της έκαψε τον οισοφάγο. Τα πόδια της δεν ξαναπετάχτηκαν εκείνο το βράδυ.
Ανεβαίνει στο δεύτερο κατάστρωμα του πλοίου με τον σκύλο που υιοθέτησε πριν δυο μήνες να την ακολουθεί κουνώντας την ουρά του. Το ανέβασμα των απότομων σκαλοπατιών τού φαίνεται παιγνίδι. Για την Μαλβίνα είναι αναγκαιότητα: η ανάγκη να κουνάει τα πόδια της, να αποφεύγει την ακινησία, να περπατάει καθημερινά μεγάλες αποστάσεις. Τα πόδια της θέλουν να την πάνε κάπου, αλλά ανάμεσα σε αυτό το κάπου και το μέρος που ζει, υπάρχει μια βαθιά, άγρια θάλασσα. Έτσι, αναγκάστηκε να πάρει το πλοίο παρά το γεγονός πως το μέγεθός του περιορίζει την ανάγκη της να μετακινείται πάνω στα όμορφα πόδια της.
Πάει στην κουπαστή για να δει το λιμάνι που αφήνει πίσω της. Ο σκύλος τρίβεται πάνω στην αριστερή γάμπα της.
«Ωραίος σκύλος», της λέει ένας μεσήλικας κύριος που φοράει μαύρο κουστούμι σε μια γλώσσα που η Μαλβίνα είχε καταβάλει μεγάλο κόπο να μάθει. «Πώς τον λένε;»
«Τον λένε Γαβγίζω», του απαντάει και ξαναρχίζει το περπάτημα πάνω στο κατάστρωμα.
2.
Τα τινάγματα της πρώτης βραδιάς συνεχίστηκαν με μεγαλύτερη ένταση τις επόμενες μέρες. Κάθε βράδυ, όταν ξάπλωνε, τα πόδια της έκαναν τα δικά τους. Μόνο όταν είχε τη νυχτερινή βάρδια της δεν ένοιωθε αυτή την ακατανίκητη ανάγκη να τα κουνάει. Γεγονός φυσικό αφού η εργασία της επέβαλε τη συνεχή κίνηση μπροστά από έναν ιμάντα με σκοπό την απομάκρυνση των ελαττωματικών προϊόντων. Τα οποία ήταν ομιλούντες παιδικές κούκλες. Με ένα ενσωματωμένο τσιπ, άψυχα πλαστικά κουκλάκια πρόβαλαν τα θέλω της Εταιρίας σε κάθε πάτημα των διάφορων μελών του σώματος. Ζούλαγες το αυτί, άκουγες «θέλω να ακούσω pop μουσική». Ζούλαγες τη μύτη, άκουγες «θέλω να μυρίσω ένα ακριβό άρωμα», ζούλαγες το στομάχι, άκουγες «θέλω να φάω ένα χάμπουργκερ».
Η Μαλβίνα έπρεπε να ζουλάει το δεξί πέλμα. Αν δεν άκουγε το «θέλω να φοράω δερμάτινα παπούτσια», έπιανε το κουκλί και το πέταγε στον κάδο με ονομασία Προϊόντα Προς Καταστροφή. Οι αϋπνίες λόγω της ανησυχίας των ποδιών της, μείωσαν την παραγωγικότητά της, γεγονός που πρόσεξε αμέσως ο επόπτης αποδοτικότητας και την οδήγησε στον εξειδικευμένο γιατρό του εργοστασίου, ο οποίος διέγνωσε κακή κυκλοφορία του αίματος με ενδεχόμενη αρθρίτιδα. Στη δεύτερη εξέταση, αφού η αρχική θεραπεία δεν βοήθησε καθόλου την Μαλβίνα, πρόσθεσε την πιθανότητα μελαγχολίας και καταθλιπτικής συμπεριφοράς. Θεωρήθηκε σωστό για την εύρυθμη λειτουργία της μονάδας παραγωγής να μεταθέσουν τη Μαλβίνα στον τομέα ανακύκλωσης σκουπιδιών, τομέας που είχε μόνο πρωινές βάρδιες. Η επιδείνωση του προβλήματος ήταν θέμα ημερών. Κάθε βράδυ, μη μπορώντας να ελέγξει τα βήματά της, έκανε βόλτες στην Ξένη Πόλη που δεν την φιλοξενούσε.
Απλά την ανεχόταν. Αυτήν και τόσους άλλους.
Είχε πάει εκεί για να δουλέψει κλείνοντας συμβόλαιο με την Εταιρία για δεκαπέντε χρόνια. Μετά, στην ηλικία των τριάντα πέντε, θα επέστρεφε στην πατρίδα της έτοιμη να ζήσει. Έτσι έλεγε το φυλλάδιο στρατολόγησης.
Κάθε βράδυ τα πόδια της την οδηγούσαν όλο και πιο μακριά. Από τα φτωχά περίχωρα που έμενε, βρέθηκε στο κατάφωτο κέντρο της Πόλης και μετά στα ήσυχα ακριβά προάστια και μετά στις παρυφές των λόφων που την αγκάλιαζαν απειλητικά.
Ώσπου το πρώτο βράδυ του Μάη, με τον μηνιάτικο μισθό στην τσέπη, τα ανήσυχα πόδια της αποφάσισαν για αυτήν. «Γυρνάμε σπίτι», της ψιθύρισαν και την οδήγησαν έξω από την πόλη, περπάτησαν στη σκοτεινή ύπαιθρο και έφτασαν σε μια άλλη πόλη όπου βρισκόταν το σκοτεινό λιμάνι.
3.
Η Μαλβίνα κοιτάζει τα γλαροπούλια που πετάνε πάνω από το κεφάλι της. Ο Γαβγίζω κοιμάται στα πόδια της. Αυτή φυσικά δεν έχει κλείσει μάτι. Προσπαθεί να θυμηθεί πόσες νύχτες έχει να κοιμηθεί. Έχει χάσει τον λογαριασμό. Κατά τη διάρκεια της μέρας καταφέρνει για ελάχιστα λεπτά να κοιμηθεί όρθια. Όλοι οι άνθρωποι κοιμούνται όρθιοι -σκέφτεται- και αυτή η γνώση την κάνει να χαμογελάσει θλιμμένα. Κόβει ένα κομμάτι από το μισοφαγωμένο σάντουίτς της και το σηκώνει ψηλά στον αέρα. Ένας γλάρος το αρπάζει με το ράμφος του και κρώζει ευχαριστημένος. Κοιτώντας τον ήλιο να ανατέλλει μέσα από το βαθύ μπλε της θάλασσας, υπολογίζει πως σε μια ώρα περίπου το πλοίο θα δέσει στο λιμάνι της πατρίδας της. Τα πόδια της κουνιούνται νευρικά, κλωτσάνε. Αν έχει πάρει την σωστή απόφαση, όταν φτάσει σπίτι της, θα μπορέσει να τα ηρεμήσει. Να τα ακουμπήσει στα ξύλινα κάγκελα της βεράντας και να χαλαρώσει.
Από το λιμάνι πρέπει να περπατήσει τρία χιλιόμετρα ώσπου να φτάσει στον σιδηροδρομικό σταθμό. Και μετά έξι ώρες ταξίδι ώσπου να αντικρίσει τα λιβάδια που έτρεχε μικρή. Μετράει τα χρήματα που της έχουν απομείνει, είναι αρκετά για μια βδομάδα ακόμα. Μετά δεν ξέρει τι θα κάνει, αλλά αδιαφορεί. Το ζητούμενο είναι να αμβλύνει τη δυσάρεστη αίσθηση που την πνίγει τον τελευταίο καιρό.
Μόλις αποβιβάζεται από το πλοίο, κάθεται σε ένα παγκάκι και ανοίγει τον σάκο της. Βγάζει τις δερμάτινες μπότες του εργοστασίου που φορούσε σε όλο το ταξίδι. Δίνει την μια κάλτσα της στον Γαβγίζω που τη μυρίζει με ικανοποίηση. Πετάει την άλλη σε έναν κάδο απορριμμάτων και φοράει τα σανδάλια της. Μαζί με τα πόδια αερίζεται και η ψυχή της. Απέναντί της στέκεται ο μεσήλικας κύριος. Έχει βγάλει το σακάκι, έχει χαλαρώσει την γραβάτα μα παραμένει ιδρωμένος, αφού ο ήλιος της πατρίδας της έχει αρχίσει να τον σημαδεύει. Στη δική του πατρίδα ο ήλιος χάνει τον αγώνα από τα μαύρα σύννεφα.
«Θα ξαναγυρίσετε στην Εταιρία;» τη ρωτάει και της κρύβει τον ήλιο, καθώς στέκεται μπροστά της.
«Σε ποια Εταιρία;» του απαντάει μην μπορώντας να συγκρατήσει ένα τρέμουλο στη φωνή της.
«Σε αυτήν την Εταιρία που έχετε συμβόλαιο για άλλα δεκατέσσερα χρόνια», της λέει σκύβοντας προς το μέρος της.
«Και εσείς πώς το ξέρετε;» τον ρωτάει ανήσυχη.
«Το ξέρω γιατί είμαι ο Φύλακας», της απαντάει. «Αυτή είναι η δουλειά μου, να σας μαζεύω. Και αν τα πόδια σας είναι ανήσυχα, τα κόβω. Μια χαρά δουλεύετε και σε αναπηρικό καροτσάκι».
Η Μαλβίνα σηκώνεται αργά από τη θέση της. Κάνει ένα βήμα προς τα πίσω. Εύχεται να μην είχε βγάλει τις εργοστασιακές μπότες με τη σιδερένια μύτη. Το ξανασκέφτεται. Εκείνες οι μπότες ήταν το πρόβλημά της, καλά έκανε και τις πέταξε.
Δίνει μια κλωτσιά με όλη της τη δύναμη στα αχαμνά του Φύλακα και το βάζει στα πόδια. Ο Γαβγίζω δαγκώνει τον μεσήλικα κύριο στο πόδι και την ακολουθεί γαβγίζοντας χαρούμενα.
Αργά το απόγευμα η Μαλβίνα θα μαζεύει μαργαρίτες και ο Γαβγίζω θα τρέχει ανάμεσα στα ψηλά χόρτα. Τα ανήσυχα πόδια της βάζουν τα δυνατά τους για να την πάνε όσο το δυνατόν γρηγορότερα εκεί που έχουν ονειρευτεί.
Στο σπίτι της.
Δημήτρης Νότας
Καλή επιτυχία!
Καλή επιτυχία!