Στον Έντγκαρ Άλλαν Πόε
Βαλτιμόρη. Περιφέρεται χωρίς προσανατολισμό. Δρόμοι που μοιάζουν να μην τελειώνουν ποτέ, κι όμως στη σκοτοδίνη του μυαλού του αχνοφέγγει μια μνήμη: ότι οι δρόμοι τελειώνουν κάποτε. Πώς εξηγείται, λοιπόν, το ανερμάτιστο αυτών των δρόμων; Πώς εξηγείται ότι τα ρούχα που φοράει του είναι παντελώς ξένα; Πώς εξηγείται ακόμη ότι κι ο εαυτός του του είναι ολότελα ξένος; Αν στηνόταν μπροστά σε καθρέφτη, θα ’πρεπε να κάνει απ’ την αρχή τις συστάσεις, να ψελλίσει ένα όνομα, μια ιδιότητα, μια ηλικία… Αλλά δεν νιώθει να ’χει ηλικία, είναι άχρονος, όπως το σύμπαν. Ίσως και να ’χει γίνει ένα με το σύμπαν.
Τον βρήκαν και δεν ήξερε τι να τους πει. Μόνο ένα όνομα που κι ο ίδιος αγνοούσε τη σημασία του: Ρέυνολντς.