Μετά «Το αγκάθινο στέμμα», το «Χρυσό αίμα» του Θεόφιλου Γιαννόπουλου έρχεται να δικαιώσει εμάς τους αναγνώστες του ότι ποτέ δεν θα διαβάσουμε κάτι από κείνον που θα μας κουράσει ή απογοητεύσει.
Το «Χρυσό αίμα» είναι μία γοητευτική περιδιάβαση στον μυστηριακό χώρο της Αγίας Σοφίας, με έντονο άρωμα Βυζαντίου. Στις σελίδες του βιβλίου ξετυλίγονται μυστικά, δυναστείες αυτοκρατόρων, ιστορίες που κεντρίζουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη και εξάπτουν τη φαντασία του.
Η αγωνία σεργιανίζει σε πολλά σημεία, όπως για παράδειγμα στη σκηνή του γκρεμού (σελ. 227), κάνοντας τον αναγνώστη να μην μπορεί ν’ αφήσει τη συνέχεια για αργότερα, γεγονός που συνιστά σημαντική αρετή για ένα έργο που υπηρετεί το σασπένς. Το αρχίζεις και δυσκολεύεσαι να το κλείσεις, κάτι σε τρώει να μάθεις την εξέλιξη, να λύσεις το αίνιγμα.
Μέσα από τη σκιαγράφηση των χαρακτήρων τονίζεται το φιλοπερίεργο της ανθρώπινης φύσης, η λαχτάρα του ανθρώπου να εξερευνήσει, να ψάξει, να μάθει. Κι επειδή ο συγγραφέας είναι και ποιητής, δεν θα μπορούσαν να λείπουν ο ερωτισμός (σσ. 31, 78) και οι ποιητικές νότες. Παραθέτω χαρακτηριστικά τα εξής αποσπάσματα:
«… Να το φως, ακόμα τρεμοσβήνει στα χαλάσματα της Πόλης ανασταίνοντας στην πυρά παλιούς πολεμιστές με άχρονες σκιές που σεργιανούν στοιχειώνοντας τ’ ανήλιαγα σοκάκια γιατί εκεί παραμονεύει ο θάνατος, ο αποχωρισμός και η ελπίδα…» (σελ. 49).
«… Άνοιξε τα μάτια της ψυχής και ζήσε τα ταξίδια που έρχονται. Έχεις φουρτούνες μπρος σου να ημερέψεις καθώς ο θάνατος σ’ εξαγνίζει και σε ζητά σιμά του…» (σελ. 99)
«Έπρεπε να χάσω το χαμόγελό σου, για να νιώσω τον πόνο που φέρνει στην καρδιά μου η απουσία σου. Θεωρούσα δεδομένο πως θα ’σαι για πάντα πλάι μου, αλλά δεν είχα φανταστεί ότι αυτό που ένιωθα οδηγούσε σε κάτι μεγαλύτερο, πιο βαθύ και δυνατό απ’ τη φιλία» (σελ. 78).
Διαπιστώνουμε με θαυμασμό τη βαθιά γνώση του συγγραφέα πάνω στη βυζαντινή ιστορία, καθώς και τη λεπτομερή έρευνα που έχει πραγματοποιήσει κατά τη συλλογή του υλικού του. Ιστορικά γεγονότα διαπλέκονται αρμονικά με στοιχεία μυθοπλασίας. Το έργο φαίνεται να έχει κυοφορηθεί στη σκέψη του για μεγάλο χρονικό διάστημα, έτσι ώστε να έχουμε σήμερα στα χέρια μας ένα άρτιο αισθητικό αποτέλεσμα, με ακρίβεια στην αποτύπωση μιας ιστορικής εποχής και λογοτεχνικό κάλλος. Ακόμη και το εξώφυλλο του βιβλίου με την αντίθεση χρυσού-γαλάζιου και τη μυστηριακή ατμόσφαιρα των φράσεων «Στα άδυτα της Αγίας Σοφίας / Μια αλήθεια καλά κρυμμένη, εκεί που οι θρύλοι παραμένουν ακόμα ζωντανοί», ασκεί στον αναγνώστη ιδιαίτερη μαγνητική έλξη, εφόσον δίνει μια ιερή υπόσχεση: ένα ταξίδι στους μαγικούς δρόμους των θρύλων που δεν πεθαίνουν ποτέ. Κοιμούνται απλώς και αρκεί μια σπίθα για να αναβιώσουν.
Η εικονοπλαστική δύναμη του συγγραφέα, σε συνδυασμό με την υποβλητική ατμόσφαιρα, δημιουργεί την εντύπωση πως το βιβλίο θα μπορούσε να έχει μελλοντικά μια αξιόλογη κινηματογραφική μεταφορά. Οι σκηνές διαδέχονται η μία την άλλη με κλιμακούμενη ένταση, κάνοντάς μας να συμμετέχουμε και να συμπάσχουμε.
Μια αφήγηση δυνατή, χωρίς βερμπαλισμούς και περιττολογίες που πέρα απ’ το ξεδίπλωμα της υπόθεσης, μας κάνει να διαισθανθούμε την άσβεστη αγάπη του συγγραφέα για την Κωνσταντινούπολη, τη μαγική πόλη που δεν παύει ποτέ να γοητεύει με την ομορφιά και τη μακραίωνη ιστορία της. Ο Θεόφιλος Γιαννόπουλος μας παίρνει απ’ το χέρι και μας οδηγεί σταθερά να αφουγκραστούμε τη μέθη αυτής της ξεχωριστής πόλης του μυστηρίου και της σαγήνης, βάζοντας μέσα μας τον σπόρο της επιθυμίας κάποτε να την επισκεφτούμε.
Εύχομαι ολόψυχα το βιβλίο αυτό να κοσμήσει τις βιτρίνες πολλών βιβλιοπωλείων. Καλοτάξιδο με πνοή λογοτεχνίας και ιστορίας.
Ελένη Χριστοφοράτου
Συγγραφέας – Φιλόλογος